Μία εικόνα χίλιες λέξεις, συνηθίζουμε να λέμε και, τις περισσότερες φορές, αυτό είναι αλήθεια. Μόνο που να… Υπάρχουν και μερικές φωτογραφίες που δεν λένε τίποτε, αν δεν τις συνοδεύει μία λεζάντα, ένα κείμενο. Αυτό σκεφτόμουν χαζεύοντας στις βόλτες μου στο διαδίκτυο τούτες τις μέρες. Μέρες γιορτινές, φορτισμένες, σχεδόν από κεκτημένη ταχύτητα, με συναισθήματα που από πολλούς επιχειρήθηκε να εκφραστούν με εικόνες. Να είναι άραγε άλλη μια ένδειξη ότι ζούμε στην εποχή της εικόνας; Μήπως η δυσκολία να δαμάσεις τη γλώσσα παίζει κάποιο ρόλο; Ή τελικά όντως η εικόνα έχει μεγαλύτερη εκφραστική δύναμη από τις λέξεις;
Αναρωτήθηκα λοιπόν αν ισχύει το αντίθετο της ρήσης: μία λέξη χίλιες εικόνες. Πλήθος λέξεων διεκδίκησαν με προθυμία την ευκαιρία ν’ αποδείξουν τις εκφραστικές τους δυνατότητες: θάλασσα, μάνα, αγάπη, ταξίδι, όρκος, ελευθερία… Βούτηξα το χέρι μου στο σωρό και τράβηξα τη λέξη «νοσταλγία», δέσμια προφανώς κι εγώ των ημερών.
Η νοσταλγία είναι προσδιορισμός τόπου, χρόνου, κίνησης και ψυχικού πάθους. Συνδέει το εδώ με το εκεί, το τώρα με το τότε, την απομάκρυνση με την επιστροφή, τον πόνο του χωρισμού με την προσδοκία της επανένωσης. Πολύ διαλεκτική, πολύ ηρακλείτεια λέξη, τώρα που το σκέφτομαι. Η νοσταλγία όμως είναι και προσδιορισμός αισθήσεως ή, μάλλον, αισθήσεων σημαντικός. Ποιος νοσταλγεί πρόσωπα και δεν τα βλέπει με τη φαντασία του στην αγαπημένη τους στάση ή σε ζωντανή κίνηση τη συνηθισμένη τους χειρονομία; Ποιος νοσταλγεί τον γενέθλιο τόπο του και δεν οσμίζεται τις μυρωδιές του ή δεν απολαμβάνει στον ουρανίσκο τις ιδιαίτερες γεύσεις του ή δεν πλημμυρίζουν τ’ αφτιά του οι ήχοι του; Ποιος νοσταλγεί αγαπημένα αντικείμενα και δεν νιώθει στ’ ακροδάχτυλά του το άγγιγμα της επιφάνειάς τους;
Εδώ που τα λέμε, όποιο και να είναι το αντικείμενο της νοσταλγίας, όσο πιο έντονη είναι, τόσο πιο πολύ φουσκώνει τη λεκτική της αναπαράσταση με εικόνες, φως και σκιές, χάδια και γδαρσίματα, γλύκες και πίκρες, τραγούδια και κλάματα, αρώματα και δυσάρεστες αλλά οικείες οσμές.
Μπορεί όλα αυτά να τα συμπεριλάβει μια εικόνα; Νομίζω πως όχι. Μπορεί να τα προκαλέσει, αλλά δεν μπορεί να τα κουβαλήσει. Μπορεί να γίνει μέρος τους, αλλά όχι εκφραστικός φορέας τους. Αντίθετα, η λέξη μπορεί. Ακόμα και με τον ήχο της, ακόμα και με την εικόνα της. Για μένα, η λέξη «νοσταλγία» είναι ένα ν που γίνεται τόξο και μου δείχνει το δρόμο· ένα ο που κλείνει τον πόνο μου· ένα σ που επιβάλλει ησυχία· ένα τ που προστατεύει κάτω από τη στέγη του τον οικείο χώρο μου· ένα α που ανοίγει την πόρτα του· ένα λ που μαλακώνει με τον ήχο του τις πληγές· ένα γ που γίνεται η γωνιά του καταφυγίου μου και ένα τελικό α σαν ανοιχτή αγκαλιά για τον ξενιτεμένο.
Λέξη λοιπόν ή εικόνα; Η εικόνα απευθύνεται στο βλέμμα και προσφέρει αμεσότητα και ταχύτητα στην επικοινωνία. Η λέξη θέλει το χρόνο της, χρειάζεται τη διαμεσολάβηση του μυαλού για να μεταδώσει τα μηνύματά της και, συνήθως, μπορεί να διεισδύσει πέρα από την επιφάνεια. Από ιδιοσυγκρασία, θα κλίνω προς την πρώτη, χωρίς καθόλου να υποτιμώ τη δεύτερη, αφού διαρκώς τροφοδοτεί τις, δικές μου τουλάχιστον, λέξεις.