Η ζωή δεν μετριέται από τον αριθμό των αναπνοών μας, αλλά από τις στιγμές που μας έκοψαν την ανάσα (George Carlin)


Αγαπώ τη Θάλασσα

Αγαπώ τη Θάλασσα.
Γιατί ξεκινάει με το θήτα των θέλω μου. Γιατί είναι ανοιχτή σαν τα άλφα που την απλώνουν. Γιατί το λάμδα της καμπυλώνει τη γλώσσα μου σε κύμα που σπάει μαλακά στο φράγμα των δοντιών μου. Γιατί τα σίγμα της μου χαϊδεύουν τ’ αφτιά σαν το φλοίσβο της σ’ έρημη παραλία.

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Αναρτημένη


στον τοίχο η επόμενη μέρα της ζωής σου!
 
Δούλεψες ή δεν δούλεψες, σκληρά ή χαλαρά, συστηματικά ή περιστασιακά, με δική σου επιλογή ή με έξωθεν επιβολή ή, ίσως, επειδή έτσι κάνουν όλοι. Προσπάθησες ένα, δύο, τρία ή περισσότερα χρόνια. Χτες στήθηκες από το πρωί μαζί με τους φίλους σου να περιμένεις την ανάρτηση.
Πριν δυο μήνες και κάτι μέρες είχες πάρει ήδη μια πρόγευση. Ήσουν προετοιμασμένος. Έτσι τουλάχιστον νόμιζες. Χτες το πρωί κατάλαβες ότι τελικά δεν ήσουν. Περίμενες λοιπόν. Αυτοί όμως αργούσαν. Κι εσύ μετρούσες τα λεπτά με τους χτύπους της καρδιάς σου. Γελούσες —με το στόμα μόνο— με τα νευρικά, αυτοσαρκαστικά αστεία που αντάλλασσες με τους φίλους σου, αλλά μέσα σου σιωπούσες. Ο μικρός σου αδελφός συμμετείχε στην παρέα, χωρίς όμως να σε χάνει από το κοφτερό του βλέμμα…
Η ανάρτηση των αποτελεσμάτων έγινε!
Κοιτάς και ξανακοιτάς, για να βεβαιωθείς. Κοιτάς το επώνυμό σου, το όνομά σου, ακόμη και το πατρώνυμο και το μητρώνυμό σου, για να το πιστέψεις. Στη σχολή που θέλεις! Σε άλλη πόλη βέβαια, αλλά όχι τόσο μακρινή όπως φοβόσουν και… στη σχολή που θέλεις!
Οι φωνές σου, κράμα χαράς, έκπληξης και ανακούφισης, ξαφνιάζουν τον αδελφό σου, που μοιραζόταν τις στιγμές σου προσπαθώντας να τα καταλάβει όλα, αλλά που δεν σε είχε δει ποτέ να εκφράζεσαι εκρηκτικά. Φωνές, αγκαλιές, φιλικές καρπαζιές μεταξύ των επιτυχόντων και πολύ γρήγορα, είναι αλήθεια, πλησίασμα μετρημένο και υποστηρικτικό σε όσα πρόσωπα δεν χαμογελούν τόσο πλατιά ή και καθόλου. Η φιλία είναι ιερή για σένα…
Από το απόγευμα ήδη αρχίζουν τα σχέδια για τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο δεν λείπει η αυστηρή αυτοκριτική. Τι δεν έκανες, τι έκανες λάθος, τι δεν πρόσεξες… Μα, είναι ώρα για τέτοια λόγια; Απόλαυσε την επιτυχία σου, που μέχρι τώρα την εισέπραττες σαν αποτυχία! Σε καταλαβαίνω όμως και δεν σε διακόπτω. Σέβομαι το χαρακτήρα σου και, στο κάτω-κάτω, είναι απαραίτητη αυτή η αυτοκριτική. Θα σε κάνει καλύτερο, θα σε δυναμώσει, θα σε καθοδηγήσει στα επόμενά σου βήματα.
Η ανάρτηση των αποτελεσμάτων είναι η πρώτη σου χειραφέτηση. Καμαρώνω τον μετρημένο τρόπο που τη χειρίζεσαι. Μου δίνεις ελπίδες, συντηρείς την πίστη μου στους νέους και το αύριο!
Τώρα αρχίζεις πραγματικά… Καλή σου επιτυχία και στη ζωή!

Αφιερωμένο εξαιρετικά στον Γ.Ν. και στους ομοίους του

Κυριακή 25 Αυγούστου 2013

Τα χέρια


Οι φωτογραφίες του ηλιογράφου είναι διαμαντάκια ορυγμένα από το σώμα της ζωής και αποτελούν η καθεμιά τους ολόκληρη αφήγηση. Τέσσερις όμως απ’ αυτές της τελευταίας του ανάρτησης αχμαλώτισαν τη σκέψη μου κάπως περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως. 
Καθώς η γλώσσα ως μέσο επικοινωνίας είναι κάτι που μονίμως με απασχολεί —πιστεύω όχι μόνο από επαγγελματική διαστροφή—, το βλέμμα μου πάρα πολύ συχνά παρακολουθεί και τη γλώσσα των χεριών. 
Και δεν εννοώ μόνο τις χειρονομίες. Αυτές είναι εύγλωττες και εύκολα αποκωδικοποιείται το μήνυμά τους. Άλλωστε και στη χώρα μας και στη γενέτειρά μου, αλλά και στην Ιταλία και πιθανόν και σ’ άλλες μεσογειακές χώρες οι χειρονομίες αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα ή εμφατική υπογράμμιση της ομιλίας. Όσο κι αν είναι μόνιμο μέλημά μου η ορθή και αποτελεσματική χρήση του λόγου, δεν τις περιφρονώ καθόλου. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω: μια φίλη κάποτε με χαρακτήρισε «τροχονόμο» για τον τρόπο που χρησιμοποιώ τα χέρια μου, όταν μιλάω ειδικά για όσα με παθιάζουν… 
Ωστόσο τα χέρια μιλάνε, ακόμα κι όταν είναι ακίνητα. Όταν, με πλεγμένα τα δάχτυλά τους, ακουμπούν με εγκαρτέρηση στην ποδιά ή σχηματίζουν επιθετικό τρίγωνο με τους αγκώνες πάνω στο τραπέζι ή έρχονται με αγωνία ν’ αγγίξουν κάπου εκεί ανάμεσα στο σαγόνι και το στόμα, τα χέρια μιλάνε. Μιλάνε τα χέρια κι όταν σφίγγονται σε γροθιές κολλημένα στα πλευρά. Μιλάνε με αυτοπεποίθηση τα χέρια που χαλαρά αφήνονται στα μπράτσα της πολυθρόνας, αλλά και με ένταση ή θυμό, που κάνουν προσπάθεια να ελέγξουν, μιλάνε πάλι τα χέρια, όταν σφίγγουν με δύναμη αυτά τα ίδια μπράτσα. Τα χέρια μιλάνε όταν τρίβουν γρήγορα τις τεντωμένες παλάμες τους, αλλά και όταν κάνουν την ίδια κίνηση αγκαλιάζοντας το ένα τον αντίχειρα του άλλου. 
Τα χέρια ψιθυρίζουν, όταν πεταρίζουν χωρίς λόγο φανερό στον αέρα ή όταν κάνουν ξανά και ξανά την ίδια κίνηση που στρώνει τάχα το μαλλί. Τα χέρια αποκαλύπτουν με τον τρόπο που κρατάνε το μαχαιροπίρουνο ή πιάνουν το ποτήρι. Τα χέρια αφηγούνται με τον τρόπο που αρπάζουν τη σκούπα ή αδράχνουν την αξίνα.
Τα χέρια αυτοσυστήνονται με τη χειραψία!


ΥΓ: Κάποτε είχα ασχοληθεί και με τα κάτω άκρα μας…


Μιχάλης Γκανάς, Τα χέρια

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

...και η τήρησή τους



Επί το έργον
«Στην αρχή κατεβήκαμε στον Πειραιά με τον θείο μου και τη θεία μου και τον ξάδελφό μου που έφευγαν για διακοπές και ήθελαν βοήθεια με τις βαλίτσες. Άμα γυρίζαμε όμως βαρεθήκαμε λίγο στο δρόμο, γιατί περιμέναμε ταξί, αλλά δεν είχε ταξί. Αλλά αυτό δεν μας πείραξε καθόλου, γιατί φορούσαμε καπέλο κι εγώ κλωτσούσα κάτι πέτρες, γιατί βαριόμουν πιο πολύ και ο ξάδελφός μου είχε φύγει και η μαμά θύμωσε και μου είπε μαζέψου κι εγώ σταμάτησα να κλωτσάω τις πέτρες. Ήμασταν όμως τυχεροί, γιατί, εκεί που περιμέναμε, πέρασε ένας φίλος του μπαμπά με το καινούριο του αμάξι —το πέτυχε, είπε, σε καλή τιμή σ’ έναν πλειστηριασμό, όπου είχαμε πάει όλοι μαζί, αλλά εμένα με άφησαν στην αυλή με την κόρη του που είναι πολύ μεγάλη, τουλάχιστον δεκατεσσάρω χρονώ, και δεν μου εξήγησαν γιατί. Άμα μπήκαμε, ήταν κάπως στριμωγμένα, αλλά ο φίλος του μπαμπά μάς είπε πάμε μια βόλτα στη θάλασσα κι εγώ χάρηκα, γιατί θα μπορούσα να παίξω στην άμμο, γιατί δεν είχα το μαγιό μαζί μου. Αλλά όμως η μαμά είπε μόλις φύγαμε από το λιμάνι και  προτιμάει να μας αφήσει κάπου εκεί στο κέντρο και δώσαμε ραντεβού για άλλη μέρα κι εγώ κατέβασα μούτρα. Η μαμά τότε είπε κάνει ζέστη και να πάμε στον Εθνικό κήπο κι εγώ χάρηκα, γιατί θα μου πάρει καλαμπόκι, γιατί πάντα μου παίρνει καλαμπόκι άμα πάμε στον Εθνικό κήπο, αλλά άμα είναι χειμώνας μου παίρνει κάστανα.  Μετά, όταν δεν έκανε πια πολλή ζέστη, εγώ ήθελα να πάμε να δούμε τους τσολιάδες, αλλά η μαμά είπε έχεις δει πολλές φορές τους τσολιάδες, δεν τους βαρέθηκες, αλλά εγώ ποτέ δεν τους βαριέμαι τους τσολιάδες, όταν θα μεγαλώσω, θα γίνω κι εγώ τσολιάς, εκτός κι αν γίνω διευθυντής, γιατί μου αρέσει πολύ να βάζω τα χέρια μου πίσω από το κεφάλι μου και τα πόδια μου πάνω στο γραφείο και τότε φωνάζει η μαμά ότι τώρα καθάρισε και γι’ αυτό μπορεί και να μη γίνω διευθυντής. Ύστερα πήγαμε στο Παναθηναϊκό στάδιο, όπου αγοράσαμε μπαλόνια για να μην πάμε με άδεια χέρια να συναντήσουμε μακριά μια φίλη της μαμάς, που έχει ένα παιδάκι σαν κι εμένα, μόνο που είναι πιο μικρό από μένα και είναι χαζό και κάθε φορά που κάνουμε διάλειμμα στο παιχνίδι μας και μας φωνάζει η μαμά του στην κουζίνα να μας κεράσει πορτοκαλάδα, εγώ πίνω γρήγορα γρήγορα τη δική μου και κάνω πως πάω να παίξω και πάει να ’ρθει κι αυτό, αλλά η μαμά του δεν το αφήνει άμα δεν τελειώσει την πορτοκαλάδα του κι εγώ τότε του πίνω τη μισή για να τον βοηθήσω να τελειώσει γρήγορα την πορτοκαλάδα του και να πάμε πάλι να παίξουμε κι αυτό μου λέει ευχαριστώ και η μαμά μου μου λέει είδες τι καλούς τρόπους που έχει ο Γιαννάκης κι εμένα δεν με νοιάζει, γιατί μου αρέσει η πορτοκαλάδα.
Μια άλλη μέρα, που ήταν απόγευμα, συναντηθήκαμε με το φίλο του μπαμπά που σας έλεγα πιο πριν. Ήρθε με το παλιό του αμάξι, για να μη λερώσει το καινούργιο, και πήγαμε
Από το Χρονολόγιο του H. Constantinos στο FB
να χαζέψουμε λίγο τη θάλασσα. Αλλά όμως ο αέρας ήταν δυνατός και μας έπαιρνε τα καπέλα κι εγώ είχα βαρεθεί να πετάω πέτρες από τα βράχια κι ο φίλος του μπαμπά φοβόταν μην κάνω λάθος και πετύχω το αμάξι του και η μαμά είπε να βρούμε κάπου εκεί κοντά να καθίσουμε να πιούμε έναν καφέ και τότε είπα εγώ θέλω κι εγώ καφέ, αλλά η μαμά είπε δεν είσαι με τα καλά σου, παιδάκι μου, εσύ θα πιεις φυσικό χυμό κι εγώ τότε κατέβασα μούτρα, γιατί δεν μου αρέσει ο φυσικός χυμός, είναι όλο κομματάκια και τότε η μαμά είπε δεν πειράζει και να πιω πορτοκαλάδα από μπουκάλι, αλλά να μην έχει ανθρακικό και είπα εντάξει. Η γιαγιά μου μια άλλη μέρα μου εξήγησε ότι το ανθρακικό είναι αυτό που κάνει φςςς όταν ανοίγουμε το μπουκάλι κι ότι δεν κάνει καλό στα μικρά παιδιά και τη ρώτησα άμα κάνει καλό στους μεγάλους, γιατί και η μπίρα κάνει φςςς άμα ανοίγεις το μπουκάλι κι εκείνη χαμογέλασε και μου χάιδεψε το κεφάλι. Αγαπώ πολύ τη γιαγιά μου. Και τότε ο φίλος του μπαμπά μάς πήγε σ’ ένα μέρος που δεν μου άρεσε καθόλου, γιατί ήμουνα συνέχεια καθισμένος με τους μεγάλους που λέγανε κάτι βαρετά, γιατί δεν μπορούσα να πάω κοντά στη θάλασσα, γιατί είχε κάγκελα και η μαμά είπε 
Photo by H. Constantinos
ευτυχώς και να τον έχουμε το νου μας γιατί αυτός είναι ικανός για όλα. Αυτός είμαι εγώ.
Θα σταματήσω τώρα την έκθεση, γιατί γέμισα την πρώτη σελίδα και κοντεύω να τελειώσω και την από πίσω και κράτησα το λόγο μου.»
Μαμάαα, θα φάω παγωτό;
 Αφιερωμένο στην καλοκαιρινή παρέα ;)

ΥΓ: Το βιντεάκι είναι επίσης «κλεμμένο» από το Χρονολόγιο του H. Constantinos στο FB

Τρίτη 6 Αυγούστου 2013

Μεγάλες υποσχέσεις

Αφού η δασκάλα μας κάθε Σεπτέμβρη μάς βάζει να γράψουμε έκθεση πώς πέρασα το καλοκαίρι, είπα φέτος να την ετοιμάσω από πριν. Δεν το είπα εγώ στ’ αλήθεια, αλλά η μαμά μου, που λέει συνέχεια ότι δεν ανοίγω βιβλίο και θα ξεχάσω να γράφω και το όνομά μου που όλο το καλοκαίρι χαζεύω από ’δώ κι από ’κεί και θα ξεχάσω κι αυτά που ήξερα κι ότι, αν δεν στρωθώ να της γράψω μια σελίδα γεμάτη, δεν έχει παγωτό κι αυτά που ήξερα να τα ξεχάσω και μην τολμήσω το χειμώνα να φέρω κακό βαθμό στην ανάγνωση και την ορθογραφία, διότι θα δω πόσα απίδια βάνει ο σάκος, αλλά δεν μου εξήγησε τι είναι τα απίδια κι εγώ δεν ρώτησα, γιατί άμα τη διακόπτω θυμώνει και δεν ήθελα να τη διακόψω για να μη θυμώσει, αλλά ήταν πολύ θυμωμένη, γιατί συνέχισε να μου λέει ότι η δασκάλα μας είπε ότι και το καλοκαίρι πρέπει να διαβάζουμε, τουλάχιστον τρία βιβλία είπε πως πρέπει να διαβάσουμε, αλλά εγώ ξέχασα τα βιβλία στον ξάδελφό μου και είπα της μαμάς ότι δεν πειράζει, γιατί διαβάζω κάθε μέρα στο ίντερνετ τις ειδήσεις για την ομάδα μου κι εκείνη μου είπε ναι, καλά, όλο στο φέισμπουκ είσαι και ξημεροβραδιάζεσαι και μ’ εκείνα τα… πώς τα λέτε… α, ναι, τα γκρίκλις, βρε παιδί μου, θα ξεχάσεις να γράφεις και το όνομά σου στα ελληνικά. Αυτό βέβαια μου το ξανάπε, αλλά δεν της το θύμισα για να μη τη θυμώσω, γιατί ήταν ήδη θυμωμένη, κι εγώ ήθελα να πιω νερό από το ψυγείο, αλλά δεν μπορούσα να φύγω και να πάω στην κουζίνα τώρα που μου μιλούσε κι έλεγε πότε επιτέλους θα μάθεις τρόπους, αλλά βέβαια δεν φταίω εγώ αλλά εκείνη που με κακομαθαίνει. Και τότε σκέφτηκα ότι αφού δεν φταίω εγώ, τότε γιατί με μαλώνει, αλλά δεν της το είπα, γιατί θυμώνει όταν τη διακόπτω για να της πω τι σκέφτομαι και γιατί νομίζω ότι ήταν ήδη πολύ θυμωμένη, γιατί ήταν κατακόκκινη και γιατί τα φρύδια της είχαν γίνει σαν εκείνο το σμάιλι που βάζω στο φέισμπουκ όταν θυμώνω, αλλά δεν της το είπα ούτε αυτό, για να μην τα πει του μπαμπά, όταν γυρίσει από τη δουλειά και θα είναι κουρασμένος, αλλά εκείνη μου είπε περίμενε το βράδυ που θα ’ρθει ο πατέρας σου που θα είναι ο καημένος σκοτωμένος αλλά όλα θα του τα πω, όλα, να δει το καμάρι του και να σε καμαρώσει, εγώ βαρέθηκα πια, ας αναλάβει αυτός πια. Και τότε εγώ τρόμαξα που σκοτώθηκε ο μπαμπάς και σκέφτηκα πώς θα ’ρθει ο μπαμπάς το βράδυ, αφού θα είναι σκοτωμένος κι αν είναι σκοτωμένος, τότε πώς θα με καμαρώσει, αλλά δεν της το είπα για να μη θυμώσει. Της είπα μόνο ότι θα γράψω μια έκθεση και κλείστηκα στο δωμάτιό μου και πήρα μια σελίδα να τη γράψω, που την έκοψα από μικρό τετράδιο, γιατί μου ζήτησε μια γεμάτη σελίδα και είπα καλά, αλλά δεν είπα ότι θα είναι μεγάλη σελίδα και άμα κάνω και μεγάλα γράμματα μπορεί και να την τελειώσω πριν έρθει ο μπαμπάς, που δεν σκοτώθηκε, γιατί η γιαγιά μού εξήγησε ότι σκοτωμένος θα πει πεθαμένος κι όταν πάλι τρόμαξα μου είπε να, βρε παιδάκι μου, πάρα πολύ κουρασμένος κι εγώ τότε ηρέμησα και τη ρώτησα γιατί τότε τον λένε σκοτωμένο, αλλά εκείνη μου χάιδεψε τα μαλλιά και χαμογέλασε και γι’ αυτό τη ρώτησα, γιατί δεν θυμώνει όταν τη διακόπτω και την αγαπάω πολύ τη γιαγιά μου κι έδωσα το λόγο μου να γράψω μια έκθεση που θα πιάνει μια ολόκληρη σελίδα.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...