Η ζωή δεν μετριέται από τον αριθμό των αναπνοών μας, αλλά από τις στιγμές που μας έκοψαν την ανάσα (George Carlin)


Αγαπώ τη Θάλασσα

Αγαπώ τη Θάλασσα.
Γιατί ξεκινάει με το θήτα των θέλω μου. Γιατί είναι ανοιχτή σαν τα άλφα που την απλώνουν. Γιατί το λάμδα της καμπυλώνει τη γλώσσα μου σε κύμα που σπάει μαλακά στο φράγμα των δοντιών μου. Γιατί τα σίγμα της μου χαϊδεύουν τ’ αφτιά σαν το φλοίσβο της σ’ έρημη παραλία.

Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Πατημένη κατσαρίδα



Οι μεν περίμεναν να τελειώσω τη δουλειά μου, που είναι η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ, και να λείψω στις πασχαλινές διακοπές, για να ανακοινώσουν τις στρεβλές αποφάσεις τους για τον κλάδο μου —αποφάσεις ειλημμένες προ πολλού αλλά για καιρό μη δημοσιοποιούμενες.
Οι δε αποφάσισαν απεργία μες στις εξετάσεις χωρίς να με ρωτήσουν.
Οι μεν με επιστράτευσαν χωρίς να με ρωτήσουν αν θα απεργούσα.
Όλοι οι υπόλοιποι με βρίζουν.

Η πατημένη κατσαρίδα, εκεί στη γωνία, είναι η αξιοπρέπειά μου…

ΥΓ: Σας παρακαλώ, μη σχολιάσετε. Μη με ρωτήσετε γιατί δεν κλειδώνω τα σχόλια. Όσοι με ξέρετε, έχετε καταλάβει ότι σέβομαι την ελευθερία του άλλου να αποφασίζει.

Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Για τις μανούλες


Τις παρούσες…
Έβαλε η δασκάλα έκθεση στα παιδιά με θέμα «Μάνα είναι μόνο μία!».
Γράφει η Μαιρούλα: Χτες το απόγευμα έκανα με τις φιλενάδες μου ποδήλατο. Κάποια στιγμή έστριψα απότομα, έπεσα και χτύπησα το γόνατό μου. Αμέσως έτρεξε η μαμά μου, με πήρε αγκαλιά, με χάιδεψε και φρόντισε την πληγή μου. Τότε εγώ σκέφτηκα «Μάνα είναι μόνο μία!».
Γράφει κι ο Κωστάκης: Το Σαββατοκύριακο η κυρία μας έβαλε επανάληψη στα κλάσματα. Διάβαζα, διάβαζα και δεν καταλάβαινα τίποτε. Ήρθε λοιπόν η μαμά μου στο δωμάτιο με ένα μήλο στο χέρι και κόβοντάς το άρχισε με τα κομμάτια του να μου εξηγεί. Τα κατάλαβα όλα αμέσως. Τότε εγώ σκέφτηκα «Μάνα είναι μόνο μία!».
Γράφει κι ο Τοτός: Το Σάββατο είχαν έρθει οι θείοι μου επίσκεψη στο σπίτι. Η μαμά μου τους πρόσφερε γλυκά και μου είπε να φέρω πορτοκαλάδες από το ψυγείο. Εγώ πήγα στην κουζίνα, άνοιξα το ψυγείο και της φώναξα «Μάνα είναι μόνο μία!».

… και τις απούσες…
ένα τραγούδι πολύ αγαπημένο της δικής μου (με στίχους, δυστυχώς, μόνο για γαλλομαθείς)


Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

Νηφαλιότητα στην εποχή της κρίσης


Απαντώντας σ’ ένα σχόλιο της προηγούμενης ανάρτησης αναφέρθηκα στη διαφορά τoυ δημοφιλέστερου μέσου κοινωνικής δικτύωσης από το ιστολόγιο, λέγοντας ότι εκείνο το αντιμετωπίζω σαν το σύντομο σημείωμα στην πόρτα του ψυγείου, ενώ αυτό σαν την κούπα του καφέ ή το ποτήρι με κρασί που πίνω αργά και απολαυστικά, καθώς μοιράζομαι σκέψεις και συναισθήματα.
Ακολούθησε ένα άρθρο με τον τίτλο «Το —τάχα— ντεμοντέ blogging», που έκανε πολύ πιο πλήρη και εμπεριστατωμένη σύγκριση και που, φυσικά, με βρήκε απόλυτα σύμφωνη.
Τις τελευταίες όμως μέρες ένα περιστατικό(;) με εξόργισε και έκανε πιο επιτακτική την ανάγκη μου να επιστρέψω εδώ. Την Κυριακή πριν το Πάσχα οι atenistas πραγματοποίησαν μια πολύ ενδιαφέρουσα δράση στην περιοχή της Κυψέλης, που στο τέλος της περιελάμβανε και την πρόσκληση δύο παλιών και γνωστών Κυψελιωτών, του Μ. Κουμανταρέα και της Κ. Δημουλά. Και από εκείνη τη στιγμή αρχίζει ένας καρνάβαλος (: carne levare= αφαιρώ το κρέας) του δημόσιου λόγου.


Μια φράση από την παρέμβαση της Κ. Δημουλά απομονώνεται και η ποιήτρια παραδίδεται βορά σε κανιβαλικά, δήθεν αντιρατσιστικά, σχόλια σε χρονολόγια (βλ. FB), ιστολόγια, ιστοσελίδες κ.λπ. του διαδικτύου. Και η μάχη ξεσπά! Και συνεχίζεται, ακόμη και μετά την απάντηση της ποιήτριας.
Δύο ζητήματα με προβληματίζουν. Το πρώτο είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε τα ψηφιακά μέσα ενημέρωσης και επικοινωνίας. Κάποτε συγκρίναμε την τηλεόραση και το ραδιόφωνο από τη μια με τον Τύπο από την άλλη και επισημαίναμε ότι τα δύο πρώτα υπερτερούν σε ταχύτητα ενώ το δεύτερο σε βάθος στοχασμού. Τα ψηφιακά μέσα σήμερα πολλαπλασίασαν αυτή την ταχύτητα, ενώ ταυτόχρονα και ο Τύπος έχασε μεγάλο μέρος της σοβαρότητάς του. Ας μην ξεχνάμε ότι το συγκεκριμένο ζήτημα ξεκίνησε από ένα άστοχο και αστόχαστο άρθρο σε εφημερίδα, άρα από έγκυρη πηγή! Όπως ακριβώς πέρσι το καλοκαίρι ο πανικός για τα φωνήεντα της ελληνικής που χάνονται από τη σχολική γραμματική είχε ξεκινήσει από μια ατεκμηρίωτη δημοσίευση μιας αμαθούς δασκάλας —άλλη μια έγκυρη πηγή!
Απομένει ένα κοινό άμαθο να παίζει —και εδώ κυριολεκτώ— με τα τεχνολογικά μέσα σαν παιδί που παίζει με το γεμάτο όπλο που ανακάλυψε στο ντουλάπι του σπιτιού. Η ταχύτητα και η ελαφρότητα, με τις οποίες υιοθετούνται κάποια δημοσιεύματα είναι τρομακτική! Κύρια επιδίωξη είναι ποιος πρώτος θα δημοσιοποιήσει, ποιος πρώτος θα σχολιάσει, ποιος πρώτος θα αγανακτήσει, ποιος πρώτος θα κατακεραυνώσει. Και η αλήθεια; Ε, αυτή ας πάει στα τσακίδια!
Αλλά όλα αυτά είναι οφθαλμοφανή και κοινότοπα. Το δεύτερο ζήτημα που με απασχολεί είναι πιο λεπτό. Για να είμαι ακριβής, δεν είναι λεπτό, γίνεται λεπτό στην εποχή της όξυνσης των άκρων. Πρέπει κανείς να ελέγχει διπλά τα λεγόμενά του, ακόμη και να αυτολογοκρίνεται, για να μην παρερμηνευθούν οι απόψεις του. Γιατί τότε ακόμα και οι διευκρινίσεις του θα εκληφθούν ως προφάσεις ή και αναδιπλώσεις.
Εννοώ τη στάση που κράτησε η Αριστερά στο σύνολό της απέναντι στο ζήτημα των μεταναστών και, ιδίως, της εκ των πραγμάτων γκετοποίησής τους. Περιοχές ολόκληρες υποβαθμίστηκαν οικιστικά —για να τις εκμεταλλευθούν αργότερα οι επιτήδειοι; Είναι γνωστό σε όλους όσοι παρακολουθούν στενά και ψύχραιμα τα πράγματα ότι υπάρχει σωρεία λαθών της πολιτείας στον τομέα αυτό. Εξίσου κατανοητό είναι ότι η οικονομική κρίση επιδείνωσε την κατάσταση όλων. Παραμένει ωστόσο γεγονός ότι σε πολλές γειτονιές της πρωτεύουσας είναι —ή νιώθει κανείς ότι είναι— επικίνδυνο να κυκλοφορεί.
Ο φόβος είναι συναίσθημα που γεννιέται από την υποκειμενική ερμηνεία μιας πραγματικότητας. Το παιδί που φοβάται το σκοτάδι το παίρνουμε αγκαλιά για να το καθησυχάσουμε. Τη μοναχική γηραιά γυναίκα που φοβάται να πάει στην τράπεζα για τη σύνταξή της ποιον αφήσαμε να την πάρει από το χέρι; Καταλαβαίνετε πολύ καλά τι εννοώ.
Χώρια που έχει καταντήσει εξαιρετικά εύκολη η κατηγοριοποίηση, το κόλλημα της ταμπέλας, "προοδευτικός"–"οπισθοδρομικός", "αριστερός"–"δεξιός". Δεν διαλεγόμαστε πια. Αποφαινόμαστε ως υπέρτατοι και αλάνθαστοι κριτές. Δεν υπάρχουν πια οι αποχρώσεις, οι άλλες οπτικές γωνίες. Εγκλωβιζόμαστε στο μανιχαϊσμό του άσπρου-μαύρου, του "καλού"–"κακού"…
Κακό πράγμα η ακρισία, αλλά σε εποχή κρίσης γίνεται πολύ πιο κρίσιμη η απουσία νηφάλιας τεκμηρίωσης και επιχειρηματολογίας.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...