Αγαπημένε μου Τσιπιρίπο,
Είμαι ένας μικρός και μόνος καουμπόης. Ή, τουλάχιστον έτσι νιώθω. Πορεύομαι επί 13, κοντά στα 14, χρόνια κι έφτασα πια στην Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας. Ξέρεις ποια. Αυτή που βρίσκεται στα σύνορα. Από την άλλη μεριά είναι η Χώρα των Μεγάλων, με τις πόλεις και τα συρματοπλέγματα, τα σιδερένια άλογα που βγάζουν θυμωμένους ατμούς και τους σερίφηδες. Άκουσα ότι οι άνθρωποι εκεί κάνουν το καθετί μια συγκεκριμένη ώρα. Κι αν τους έρθει η όρεξη γι' αυτό το οποιοδήποτε καθετί κάποια άλλη στιγμή, τι κάνουν; Δεν ξέρω. Μη με ρωτάς. Δεν έφτασα ακόμη στη χώρα τους. Ακόμα, άκουσα ότι μιλάνε μεταξύ τους με το "σεις" και με το "σας". Τώρα, πώς το κάνουν αυτό, όταν μπροστά τους είναι μόνο ένας, δεν το καταλαβαίνω. Δεν μπερδεύονται; Τέλος πάντων.
Άφησα πίσω μου τη Χώρα των Μικρών, με τον ήλιο να χαμογελάει πάντα, ακόμη κι όταν παίζει κρυφτό με τα σύννεφα, και τον ουρανό ολόφωτο, ακόμα και τη νύχτα. Μου φαίνεται σαν χτες που απολαμβάναμε μαζί τα μυστηριώδη δάση και τα καταπράσινα λιβάδια, γεμάτα από άπειρα ελεύθερα ζώα και ζωάκια, που υπάρχουν και δεν υπάρχουν, αλλά που όλα μιλούσαν και τα καταλαβαίναμε.
Τώρα, στην Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας βαδίζω μονάχος, απελπιστικά μόνος. Μου λείπουν οι πραγματικές κουβέντες και οι φανταστικοί ήχοι. Μου λείπουν τα χρώματα. Μου λείπεις εσύ. Ξέρω ότι κι εσύ κάπου σ' αυτήν την Έρημο βρίσκεσαι. Μόνο που πρέπει να τη διασχίσεις από άλλο σημείο και με το δικό σου τρόπο. Μου είπαν ότι έτσι γίνεται για όποιον θέλει να περάσει τα σύνορα από τη Χώρα των Μικρών στη Χώρα των Μεγάλων. Αυτό με παρηγορεί καμιά φορά.
Τις περισσότερες φορές όμως, όταν διψάω πολύ για ένα διάλειμμα στη διάρκειας της μέρας ή όταν κρυώνω πολύ από τη μοναξιά της νύχτας, χάνω το κουράγιο μου. Κοιτάζω πίσω μου, τόσο κοντά αλλά και τόσο μακριά μου, τη Χώρα των Μικρών, που τόσο ήθελα ν' αφήσω, και ξαφνικά βλέπω ν' αχνοφαίνονται οι ομορφιές της που τόσα χρόνια δεν έβλεπα. Τότε νιώθω τις δυνάμεις μου να στραγγίζουν. Κάθομαι στις πέτρες, όπου μόνο φίδια και σκορπιοί φωλιάζουν, με το δέρμα μου φουντωμένο και τα ρούχα μου να μικραίνουν συνεχώς. Λέω ότι δεν πάει άλλο, ότι θα τα παρατήσω. Καμιά φορά, μάλιστα, γυρίζω και αρκετή απόσταση πίσω. Μόνο που τα βήματά μου είναι αλλοπρόσαλλα και δεν με βγάζουν εκεί που θέλω. Χάθηκαν όλα τα σημάδια της ανάποδης διαδρομής. Πάει πια, η Χώρα των Μικρών δεν με δέχεται πίσω.
Και ξαναρχίζω την πορεία μου. Να μπορούσα μόνο να σφίξω λίγο παραπάνω τα δόντια, να γίνω λίγο πιο σκληρός στις δυσκολίες και τις κακουχίες! Αυτά τα πισωγυρίσματά μου το μόνο που κάνουν είναι να μακραίνουν την παραμονή μου στην Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας.
Να και κάτι άλλο που δεν καταλαβαίνω, βρε Τσιπιρίπο: Γιατί τη λένε Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας; Όταν πρωτάκουσα γι' αυτήν, νόμιζα ότι θα αντιμετώπιζα για πρώτη φορά μια μεγάλη δοκιμασία. Τώρα ανακαλύπτω ότι τα ονόματα, όπως και όλες οι άλλες λέξεις, μπορεί να λένε ψέματα -γι' αυτό και δεν τις χρησιμοποιώ πολύ, παρά μόνο για τα απαραίτητα. Θέλω να πω ότι η Έρημος της Πρώτης Δοκιμασίας έχει πολλές δοκιμασίες, και μάλιστα συνεχόμενες, απανωτές, αδιάκοπες. Ακόμη κι όταν εξαντλημένος κάθομαι να πάρω μιαν ανάσα, αδελφέ, από την πορεία μου, ακόμα και τότε που τα μάτια μου ανοιχτά μένουν ακίνητα να κοιτούν το κενό, ακόμη και τότε, δοκιμασία περνάω. Κι ας φαίνομαι να μην κάνω τίποτα. Νιώθω ότι κάποιοι, που αόρατοι με παρακολουθούν, με δοκιμάζουν. Δοκιμάζουν να δουν πόσα ακόμη μπορώ ν' αντέξω. Κάθε φορά δε που τα καταφέρνω σε μια δοκιμασία και τα βγάζω πέρα, άλλη μεγαλύτερη ξεφυτρώνει μπροστά μου. Θαρρείς κι αυτοί οι αόρατοι κάποιοι κρίνουν ότι, αφού τα κατάφερα, μπορώ ν' αντέξω και σε άλλες, μεγαλύτερες και χειρότερες δοκιμασίες.
Δεν ξέρω, Τσιπιρίπο μου, αν συμβαίνει και σε σένα, αλλά αρκετές φορές πάλι, πίσω από τους κάκτους της Ερήμου της Πρώτης Δοκιμασίας, εμφανίζονται ξαφνικά κάποιοι Μεγάλοι. Έχω την αίσθηση ότι βρίσκονται συνεχώς κάπου εκεί, γύρω τριγύρω μου. Μόνο που σπάνια τους αντιλαμβάνομαι. Φαίνεται ότι ανήκουν σε κάποιες Επιτροπές Υποδοχής ή Επιλογής -δεν είμαι σίγουρος ποιο από τα δύο- της χώρας τους. Το λέω αυτό, γιατί φορούν ταμπελίτσες με κάτι παράξενα γράμματα που είναι όλο γωνίες: Γ ή Σ ἠ Δ ή Ε.
Στέκονται, με κοιτούν, με παρατηρούν, μου δείχνουν μια δεξιά μια αριστερά, μια πάνω μια κάτω, μια πίσω μια μπρος, μου μιλούν. Όμως δεν καταλαβαίνω γρι. Και, όταν μιλάω σε κάποιους από αυτούς που δείχνουν να έχουν καλές διαθέσεις, με κοιτάνε σα χαζοί. Ούτε αυτοί με καταλαβαίνουν. Δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα. Έχω μάθει απέξω τον ήχο από κάποιες εκφράσεις τους, αλλά δεν πιάνω το νόημά τους. Καμιά φορά μάλιστα αρπάζω στις κουβέντες τους κάποιες δικές μας εκφράσεις, αλλά και πάλι δεν βγαίνει νόημα. Ξέρεις, νόμιζα ότι οι Μεγάλοι ήξεραν και καταλάβαιναν περισσότερα από μας. Φαίνεται όμως δυστυχώς ότι ξέχασαν τη γλώσσα των Μικρών, όταν πέρασαν κι αυτοί στον καιρό τους, πολύ παλιά, την Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας. Δεν εξηγείται αλλιώς το πράμα.
Αραιά και πού, σε κάποια όαση στη μέση της Ερήμου της Πρώτης Δοκιμασίας, συναντιέμαι ανέλπιστα με κάποιους από μας, τότε που γνωριζόμασταν στη Χώρα των Μικρών. Βλέπουμε τις αλλαγές ο ένας πάνω στον άλλο, αλλά ποτέ δεν τις σχολιάζουμε. Κάνουμε πως δεν τις βλέπουμε. Όπως κάνουμε πως δεν βλέπουμε και τα ζόρια που περνάει ο καθένας μας. Ξέρουμε ότι είναι πολύ δύσκολο να μιλήσουμε γι' αυτά. Δεν έχουμε και τις κατάλληλες λέξεις. Η γλώσσα των Μικρών δεν τις προσφέρει και τη γλώσσα των Μεγάλων δεν την κατέχουμε. Ανταλλάσσουμε λοιπόν εμπειρίες και πληροφορίες, αλλά τις επεξεργαζόμαστε ο καθένας μόνος του. Οπότε και πάλι άκρη δεν βγαίνει. Τουλάχιστον, ξεχνάμε για λίγο, όσα λεπτά βρεθούμε μαζί, την Έρημό μας. Πολύ γρήγορα όμως ξαναχωρίζουμε για να τραβήξει ο καθένας μας τη δική του μοναχική πορεία με στόχο το πέρασμα των συνόρων.
Δύσκολα τα πράγματα, Τσιπιρίπο μου. Δύσκολα πολύ στην Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας. Πολύ πιο δύσκολα, φοβάμαι, θα είναι στη Χώρα των Μεγάλων.
Ελπίζω να ξανασυναντηθούμε. Έστω στα 18 μας. Άντε, έστω στα 24 μας. Κάτω από τη μεγάλη βελανιδιά. Ν' ακούσουμε μέσα από τις φυλλωσιές της πάλι το ξέφρενο τραγούδι των πουλιών, που τόσο καλά ξέρουμε τα λόγια του, Τσιπιρίπο, εσύ κι εγώ. Κι ας είμαστε πια τότε γέροι. Μόνο να ξανασυναντηθούμε, αδελφέ μου.
Είμαι ένας μικρός και μόνος καουμπόης. Ή, τουλάχιστον έτσι νιώθω. Πορεύομαι επί 13, κοντά στα 14, χρόνια κι έφτασα πια στην Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας. Ξέρεις ποια. Αυτή που βρίσκεται στα σύνορα. Από την άλλη μεριά είναι η Χώρα των Μεγάλων, με τις πόλεις και τα συρματοπλέγματα, τα σιδερένια άλογα που βγάζουν θυμωμένους ατμούς και τους σερίφηδες. Άκουσα ότι οι άνθρωποι εκεί κάνουν το καθετί μια συγκεκριμένη ώρα. Κι αν τους έρθει η όρεξη γι' αυτό το οποιοδήποτε καθετί κάποια άλλη στιγμή, τι κάνουν; Δεν ξέρω. Μη με ρωτάς. Δεν έφτασα ακόμη στη χώρα τους. Ακόμα, άκουσα ότι μιλάνε μεταξύ τους με το "σεις" και με το "σας". Τώρα, πώς το κάνουν αυτό, όταν μπροστά τους είναι μόνο ένας, δεν το καταλαβαίνω. Δεν μπερδεύονται; Τέλος πάντων.
Άφησα πίσω μου τη Χώρα των Μικρών, με τον ήλιο να χαμογελάει πάντα, ακόμη κι όταν παίζει κρυφτό με τα σύννεφα, και τον ουρανό ολόφωτο, ακόμα και τη νύχτα. Μου φαίνεται σαν χτες που απολαμβάναμε μαζί τα μυστηριώδη δάση και τα καταπράσινα λιβάδια, γεμάτα από άπειρα ελεύθερα ζώα και ζωάκια, που υπάρχουν και δεν υπάρχουν, αλλά που όλα μιλούσαν και τα καταλαβαίναμε.
Τώρα, στην Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας βαδίζω μονάχος, απελπιστικά μόνος. Μου λείπουν οι πραγματικές κουβέντες και οι φανταστικοί ήχοι. Μου λείπουν τα χρώματα. Μου λείπεις εσύ. Ξέρω ότι κι εσύ κάπου σ' αυτήν την Έρημο βρίσκεσαι. Μόνο που πρέπει να τη διασχίσεις από άλλο σημείο και με το δικό σου τρόπο. Μου είπαν ότι έτσι γίνεται για όποιον θέλει να περάσει τα σύνορα από τη Χώρα των Μικρών στη Χώρα των Μεγάλων. Αυτό με παρηγορεί καμιά φορά.
Τις περισσότερες φορές όμως, όταν διψάω πολύ για ένα διάλειμμα στη διάρκειας της μέρας ή όταν κρυώνω πολύ από τη μοναξιά της νύχτας, χάνω το κουράγιο μου. Κοιτάζω πίσω μου, τόσο κοντά αλλά και τόσο μακριά μου, τη Χώρα των Μικρών, που τόσο ήθελα ν' αφήσω, και ξαφνικά βλέπω ν' αχνοφαίνονται οι ομορφιές της που τόσα χρόνια δεν έβλεπα. Τότε νιώθω τις δυνάμεις μου να στραγγίζουν. Κάθομαι στις πέτρες, όπου μόνο φίδια και σκορπιοί φωλιάζουν, με το δέρμα μου φουντωμένο και τα ρούχα μου να μικραίνουν συνεχώς. Λέω ότι δεν πάει άλλο, ότι θα τα παρατήσω. Καμιά φορά, μάλιστα, γυρίζω και αρκετή απόσταση πίσω. Μόνο που τα βήματά μου είναι αλλοπρόσαλλα και δεν με βγάζουν εκεί που θέλω. Χάθηκαν όλα τα σημάδια της ανάποδης διαδρομής. Πάει πια, η Χώρα των Μικρών δεν με δέχεται πίσω.
Και ξαναρχίζω την πορεία μου. Να μπορούσα μόνο να σφίξω λίγο παραπάνω τα δόντια, να γίνω λίγο πιο σκληρός στις δυσκολίες και τις κακουχίες! Αυτά τα πισωγυρίσματά μου το μόνο που κάνουν είναι να μακραίνουν την παραμονή μου στην Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας.
Να και κάτι άλλο που δεν καταλαβαίνω, βρε Τσιπιρίπο: Γιατί τη λένε Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας; Όταν πρωτάκουσα γι' αυτήν, νόμιζα ότι θα αντιμετώπιζα για πρώτη φορά μια μεγάλη δοκιμασία. Τώρα ανακαλύπτω ότι τα ονόματα, όπως και όλες οι άλλες λέξεις, μπορεί να λένε ψέματα -γι' αυτό και δεν τις χρησιμοποιώ πολύ, παρά μόνο για τα απαραίτητα. Θέλω να πω ότι η Έρημος της Πρώτης Δοκιμασίας έχει πολλές δοκιμασίες, και μάλιστα συνεχόμενες, απανωτές, αδιάκοπες. Ακόμη κι όταν εξαντλημένος κάθομαι να πάρω μιαν ανάσα, αδελφέ, από την πορεία μου, ακόμα και τότε που τα μάτια μου ανοιχτά μένουν ακίνητα να κοιτούν το κενό, ακόμη και τότε, δοκιμασία περνάω. Κι ας φαίνομαι να μην κάνω τίποτα. Νιώθω ότι κάποιοι, που αόρατοι με παρακολουθούν, με δοκιμάζουν. Δοκιμάζουν να δουν πόσα ακόμη μπορώ ν' αντέξω. Κάθε φορά δε που τα καταφέρνω σε μια δοκιμασία και τα βγάζω πέρα, άλλη μεγαλύτερη ξεφυτρώνει μπροστά μου. Θαρρείς κι αυτοί οι αόρατοι κάποιοι κρίνουν ότι, αφού τα κατάφερα, μπορώ ν' αντέξω και σε άλλες, μεγαλύτερες και χειρότερες δοκιμασίες.
Δεν ξέρω, Τσιπιρίπο μου, αν συμβαίνει και σε σένα, αλλά αρκετές φορές πάλι, πίσω από τους κάκτους της Ερήμου της Πρώτης Δοκιμασίας, εμφανίζονται ξαφνικά κάποιοι Μεγάλοι. Έχω την αίσθηση ότι βρίσκονται συνεχώς κάπου εκεί, γύρω τριγύρω μου. Μόνο που σπάνια τους αντιλαμβάνομαι. Φαίνεται ότι ανήκουν σε κάποιες Επιτροπές Υποδοχής ή Επιλογής -δεν είμαι σίγουρος ποιο από τα δύο- της χώρας τους. Το λέω αυτό, γιατί φορούν ταμπελίτσες με κάτι παράξενα γράμματα που είναι όλο γωνίες: Γ ή Σ ἠ Δ ή Ε.
Στέκονται, με κοιτούν, με παρατηρούν, μου δείχνουν μια δεξιά μια αριστερά, μια πάνω μια κάτω, μια πίσω μια μπρος, μου μιλούν. Όμως δεν καταλαβαίνω γρι. Και, όταν μιλάω σε κάποιους από αυτούς που δείχνουν να έχουν καλές διαθέσεις, με κοιτάνε σα χαζοί. Ούτε αυτοί με καταλαβαίνουν. Δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα. Έχω μάθει απέξω τον ήχο από κάποιες εκφράσεις τους, αλλά δεν πιάνω το νόημά τους. Καμιά φορά μάλιστα αρπάζω στις κουβέντες τους κάποιες δικές μας εκφράσεις, αλλά και πάλι δεν βγαίνει νόημα. Ξέρεις, νόμιζα ότι οι Μεγάλοι ήξεραν και καταλάβαιναν περισσότερα από μας. Φαίνεται όμως δυστυχώς ότι ξέχασαν τη γλώσσα των Μικρών, όταν πέρασαν κι αυτοί στον καιρό τους, πολύ παλιά, την Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας. Δεν εξηγείται αλλιώς το πράμα.
Αραιά και πού, σε κάποια όαση στη μέση της Ερήμου της Πρώτης Δοκιμασίας, συναντιέμαι ανέλπιστα με κάποιους από μας, τότε που γνωριζόμασταν στη Χώρα των Μικρών. Βλέπουμε τις αλλαγές ο ένας πάνω στον άλλο, αλλά ποτέ δεν τις σχολιάζουμε. Κάνουμε πως δεν τις βλέπουμε. Όπως κάνουμε πως δεν βλέπουμε και τα ζόρια που περνάει ο καθένας μας. Ξέρουμε ότι είναι πολύ δύσκολο να μιλήσουμε γι' αυτά. Δεν έχουμε και τις κατάλληλες λέξεις. Η γλώσσα των Μικρών δεν τις προσφέρει και τη γλώσσα των Μεγάλων δεν την κατέχουμε. Ανταλλάσσουμε λοιπόν εμπειρίες και πληροφορίες, αλλά τις επεξεργαζόμαστε ο καθένας μόνος του. Οπότε και πάλι άκρη δεν βγαίνει. Τουλάχιστον, ξεχνάμε για λίγο, όσα λεπτά βρεθούμε μαζί, την Έρημό μας. Πολύ γρήγορα όμως ξαναχωρίζουμε για να τραβήξει ο καθένας μας τη δική του μοναχική πορεία με στόχο το πέρασμα των συνόρων.
Δύσκολα τα πράγματα, Τσιπιρίπο μου. Δύσκολα πολύ στην Έρημο της Πρώτης Δοκιμασίας. Πολύ πιο δύσκολα, φοβάμαι, θα είναι στη Χώρα των Μεγάλων.
Ελπίζω να ξανασυναντηθούμε. Έστω στα 18 μας. Άντε, έστω στα 24 μας. Κάτω από τη μεγάλη βελανιδιά. Ν' ακούσουμε μέσα από τις φυλλωσιές της πάλι το ξέφρενο τραγούδι των πουλιών, που τόσο καλά ξέρουμε τα λόγια του, Τσιπιρίπο, εσύ κι εγώ. Κι ας είμαστε πια τότε γέροι. Μόνο να ξανασυναντηθούμε, αδελφέ μου.
Αφιερωμένο στον Γ-21 και τους συνομηλίκους του.
Και στη Χώρα των Μεγάλων; Τι περιμένει τον μικρό καουμπόη, όταν φτάσει εκεί; Ποιος θα του μιλήσει για τις δοκιμασίες, που είναι Μεγάλες στη Χώρα των Μεγάλων;
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνας (ο) παπποὐς