Η ζωή δεν μετριέται από τον αριθμό των αναπνοών μας, αλλά από τις στιγμές που μας έκοψαν την ανάσα (George Carlin)


Αγαπώ τη Θάλασσα

Αγαπώ τη Θάλασσα.
Γιατί ξεκινάει με το θήτα των θέλω μου. Γιατί είναι ανοιχτή σαν τα άλφα που την απλώνουν. Γιατί το λάμδα της καμπυλώνει τη γλώσσα μου σε κύμα που σπάει μαλακά στο φράγμα των δοντιών μου. Γιατί τα σίγμα της μου χαϊδεύουν τ’ αφτιά σαν το φλοίσβο της σ’ έρημη παραλία.

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010

Ξένοι και παράξενοι ιθαγενείς

Παρακολουθώ τις αντιδράσεις για το νομοσχέδιο που αφορά τους μετανάστες και τις πολλές παλινωδίες που αυτές προκαλούν στις αρχικές προθέσεις του. Προθέσεις που, έτσι κι αλλιώς, από αρκετούς συμπολίτες μας, ευαίσθητους στα ανθρώπινα δικαιώματα, κρίνονται επιφυλακτικές και ελλιπείς, αν όχι και συντηρητικές.
Προφανώς η προσαρμογή στις διαρκώς εξελισσόμενες κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνονται έχει αρκετές και μεγάλες δυσκολίες. Η χρονικά απότομη δε αντιστροφή της κατάστασης, από τότε που η κοινωνία μας αιμορραγούσε από τη μετανάστευση, σε μια νέα, όπου θα πρέπει να διαμορφώσει η ίδια πια τον πιο πρόσφορο τρόπο υποδοχής των μεταναστών από άλλες γωνιές του κόσμου, επιδεινώνει τη διαδικασία.
 
(Τη φωτογραφία δανείστηκα από εδώ)
Αυτοί που αντιδρούν είναι και οι πιο θορυβώδεις. Θαρρείς πως η ένταση της φωνής μαζί με την οργίλη επιθετικότητα της φρασεολογίας τους —για να χρησιμοποιήσω ευφημισμό— αποδεικνύουν τάχα το δίκαιο των θέσεών τους. Οι άναρθρες κραυγές τους ωστόσο αρνούνται απλώς το ζωντανό παρόν, λησμονούν το οδυνηρό παρελθόν και δεν προστατεύουν καθόλου το ευάλωτο μέλλον. Αντίθετα, η νηφαλιότητα, ο σεβασμός του άλλου και η ανθρωπιά αναδεικνύονται πολύ πιο εποικοδομητικοί κοινωνικοί παράγοντες, ιδιαίτερα αν αξιοποιούν με σύνεση και τις εμπειρίες από το παρελθόν και από άλλες χώρες.
Εκείνο που με προβληματίζει κυρίως είναι ο σχιζοφρενικός τρόπος σκέψης και συμπεριφοράς του νεοέλληνα. Από τη μια, εκφράζει τους φόβους του για τη διατήρηση της «καθαρότητας» της φυλής —αγνοώντας ότι εδώ και χιλιάδες χρόνια δεν υπάρχουν πια «καθαρές» φυλές—, την οποία και ανάγει μέχρι την αρχαιότητα. Την ίδια στιγμή, από την άλλη, λησμονεί τις επιταγές του Ξενίου Διός ή το θεσμό των μετοίκων στην αρχαία Αθήνα, η οποία συχνά απένεμε τιμητικά τα δικαιώματα του Αθηναίου πολίτη σε κάποιους από αυτούς. Ο νεοέλληνας ενοχλείται από τις συνήθειες και τις παραδόσεις των μεταναστών στη χώρα του, αλλά καμαρώνει για τις εκδηλώσεις με παραδοσιακούς χορούς και τα έθιμα που προσπαθεί να διατηρήσει ως ζωντανούς κρίκους δεσμού με την πατρίδα η ομογένεια του εξωτερικού. Ο νεοέλληνας αποπέμπει τους μετανάστες για να προστατεύσει τον πολιτισμό του (που αναδεικνύεται σ’ όλο του το μεγαλείο στη συμπεριφορά του στους ελληνικούς δρόμους —τρομάρα του!), αλλά υιοθετεί το χριστουγεννιάτικο δέντρο, τα χάμπουργκερ, τον Άγιο Βαλεντίνο. Ο νεοέλληνας θέλει βέβαια να εξασφαλίσει από τους «βάρβαρους» μετανάστες τη συνέχεια του πολιτισμού του και τις ρίζες του, αλλά προτιμά τις ξένες ονομασίες στο μαγαζί ή την επιχείρησή του —οι ελληνικές επιγραφές τραβούν το βλέμμα ακριβώς επειδή είναι τόσο σπάνιες! (Κάποιος νόμος σχετικός υπήρχε, θαρρώ…). Όσο για τη σθεναρή προστασία του γλωσσικού πολιτισμού του, μην ξεχνάμε τα γκρίκλις (πόσο γδέρνει την αισθητική η όψη αυτού του όρου, όταν γράφεται με ελληνικούς χαρακτήρες!), που έχουν αναχθεί πια σε επίσημη γλώσσα της γραπτής επικοινωνίας του νεοέλληνα! Ο νεοέλληνας ευχαρίστως ξεπουλάει ωραιότατα κομμάτια της γης του στα νησιά, τις παραθαλάσσιες περιοχές και τις λίγες εναπομείνασες πράσινες ορεινές οάσεις σε Ιταλούς, Γερμανούς, Γάλλους, Σκανδιναβούς και υποδέχεται με ανοιχτές αγκάλες νεαρούς ξεσαλωμένους Βρετανούς τουρίστες, αλλά θεωρεί αδιανόητο να έχουν εργασιακά δικαιώματα οι μελαμψοί εργαζόμενοι στις ίδιες αυτές περιοχές. Ο νεοέλληνας διεκδίκησε, δικαίως, τα δικαιώματα των συμπατριωτών του από τις χώρες υποδοχής τους, επιδιώκοντας συχνά στις δύσκολες στιγμές του την πολιτική και οικονομική ενίσχυση από τα διάφορα ελληνικά lobby της Διασποράς. Ο ίδιος όμως αυτός νεοέλληνας αρνείται, αδίκως, να αναγνωρίσει αντίστοιχα δικαιώματα στη δική του επικράτεια.
Εδώ που τα λέμε, έχουμε άραγε ξεχάσει ποια υποδοχή «γεύτηκαν» οι μικρασιάτες πρόσφυγες και οι παλιννοστούντες των πρόσφατων δεκαετιών;

3 σχόλια:

  1. Ο νεοέλληνας και ανιστόρητος είναι και με επιλεκτική την όποια ιστορική του μνήμη. Έτσι δε συνειδητοποιεί (ή προσποιείται πως δεν αντιλαμβάνεται) τη δυσθεώρητη απόσταση που τον χωρίζει από τους αρχαίους προγόνους του, τους οποίους απέμεινε να καμαρώνει με έναν τρόπο καθόλα στείρο, μη έχοντας κανένα απολύτως επίτευγμα να παρουσιάσει ο ίδιος είτε σε ηθικό είτε σε δημιουργικό επίπεδο.

    Διαπιστώνεται καθημερινά η ολοένα και πιο φασίζουσα νοοτροπία του νεοέλληνα που επαίρεται πως η δημοκρατία γεννήθηκε στην πατρίδα του.

    Αναρωτιέμαι τι θα έγραφε σήμερα ο Fallmerayer, αν γνώριζε το νεοέλληνα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Γεια σου συνονόματη. Έχεις δίκαιο. Έλλειψη σοβαρότητας, ευαισθησίας και μνήμης για να μην εκφραστώ χειρότερα. Είδες την ταινία για την Υπατία;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Όχι, ακόμη δεν την είδα την ταινία που μας αφορά. Κι όταν τη δω, περισσότερο με ενδιαφέρει η αισθητική της πλευρά και η απόδοση της γενικότερης ατμόσφαιρας της εποχής εκείνης στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, παρά η ιστορική ακρίβεια των στοιχείων συγκεκριμένα για την Υπατία. Άλλωστε, εδώ οι ερευνητές και δεν έχουν κατασταλάξει για τα αίτια και τον τρόπο του, βίαιου πάντως, θανάτου της. Η ιδεολογία πάντα χρωματίζει ανάλογα την οπτική μας. Αρκεί μια ματιά στα σχόλια του κοινού στην αντίστοιχη ιστοσελίδα από το Αθηνόραμα. Επιφυλάσσομαι, λοιπόν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...