Η ζωή δεν μετριέται από τον αριθμό των αναπνοών μας, αλλά από τις στιγμές που μας έκοψαν την ανάσα (George Carlin)


Αγαπώ τη Θάλασσα

Αγαπώ τη Θάλασσα.
Γιατί ξεκινάει με το θήτα των θέλω μου. Γιατί είναι ανοιχτή σαν τα άλφα που την απλώνουν. Γιατί το λάμδα της καμπυλώνει τη γλώσσα μου σε κύμα που σπάει μαλακά στο φράγμα των δοντιών μου. Γιατί τα σίγμα της μου χαϊδεύουν τ’ αφτιά σαν το φλοίσβο της σ’ έρημη παραλία.

Κυριακή 7 Αυγούστου 2011

Η ιλαρά και η κουρτίνα

ΧΟΡΟΣ ΜΕ ΤΗ ΣΚΙΑ ΜΟΥ
Σαν μπήκα σπίτι μου άρχισα να χορεύω.
Ο ήχος μιας μπάντας με παρασύρει.
Σκίζω το τοίχο, βρίσκομαι στους δρόμους, χρωματισμένους εφιαλτικά κι οι μπάντες να χτυπάνε στους ρυθμούς ξέφρενα, ενώ εγώ χάνομαι μέσα στο χρόνο, μόνος, έρημος, μέσα από εκεί που ήρθα, αφήνοντας πίσω μου ένα χαμόγελο παντοτινό στη μνήμη των ανθρώπων.
Γιατί ποτέ κανείς δεν θα γνωρίσει αν ήρθα, αν έφυγα κι αν πράγματι υπήρξα κάποτε τυχαία ανάμεσά τους
Μάνος Χατζιδάκις

Μεσημεριανή ησυχία στο σπίτι. Το κοριτσάκι στριφογυρνάει ξαπλωμένο χωρίς να μπορεί να ησυχάσει λίγο. Έχει κλωτσήσει εκνευρισμένο την κατακόκκινη ελαφριά κουβέρτα στα πόδια του κρεβατιού. Ζεσταίνεται κι αυτό το χρώμα δεν της αρέσει καθόλου. Η γιαγιά όμως είπε ότι το κόκκινο κάνει καλό στην ιλαρά. Σφίγγει τα χέρια της να μην ξύσει τα φουντωμένα σπυράκια και κάθε τόσο αλλάζει θέση για να βρει ανακούφιση στη δροσιά του σεντονιού. Αλλά κι αυτή διαρκεί πολύ λίγο.
Δεν είναι μόνο η ζέστη κι η φαγούρα που δεν την αφήνουν να κοιμηθεί. Ο μεσημεριανός ύπνος δεν είναι στις καθημερινές της συνήθειες. Κανονικά τέτοια ώρα θα τελείωνε την αντιγραφή, την αριθμητική και την καλλιγραφία της και θα ετοιμαζόταν για την Ένωση. Η μητέρα της την πάει κάθε απόγευμα εκεί, μέχρι που νυχτώνει και μένουν μόνον οι μεγάλοι.
Σκέφτεται τα παιδιά εκεί. Τι να κάνουν τώρα; Όσο δεν έχει πολλά νήπια, θα τα αφήνουν να χορτάσουν ποδήλατο. Αν έχουν μαζευτεί πολλά παιδιά, τα κορίτσια μάλλον θα παίζουν το μαντίλι και τα αγόρια ποδόσφαιρο. Μμμ… θα είχε ελεύθερη επιλογή! Μπορεί κάποια να το έχουν ρίξει στο γερμανικό. Αργότερα, όταν θα βραδιάσει και θα αρχίσουν οι αναχωρήσεις, οι παρέες θα ενωθούν σ’ ένα μεγάλο σμάρι παιδιών κα θα το ρίξουν στο κυνηγητό ή το κρυφτό, κορίτσια-αγόρια πάντοτε. Ζηλεύει.
Της έχει λείψει η δράση, μια βδομάδα τώρα κλεισμένη στο σπίτι. Ακόμα και το σχολείο, με το καθημερινό του σφίξιμο στο στομάχι, δεν της φαίνεται τώρα και τόσο φοβερό. Όχι πως κακοπερνάει κιόλας. Η μητέρα της όλο και κάποιο δροσιστικό της φέρνει ή παγωμένα φρούτα. Μόνο φράουλες δεν της αφήνει να φάει, γιατί είναι πυρές, όπως λέει η γιαγιά της. Η κυρία Κούλα από το διπλανό διαμέρισμα έρχεται κάθε πρωί και κάθε απόγευμα να καθίσει μαζί της. Όχι με τη μητέρα της, αλλά μόνο μαζί της! Της έμαθε και «αγωνία» από τη δεύτερη μέρα κι έτσι η τράπουλα περιμένει στο κομοδίνο της κάθε μέρα την επίσκεψη της κυρίας Κούλας. Καμιά φορά παίζει και η γιαγιά μαζί, αν και δεν της το πολυζητάει. Προτιμάει να μην την κουράζει, ώστε να μπορεί πιο εύκολα να της ζητάει να της πει ιστορίες από τα μικράτα της, εκεί στον Μπουρνόβα. Για τα νερά και τα μποστάνια, για τα πολλά αδέλφια της. Για το πώς βρέθηκε εσώκλειστη στις καλόγριες στη Σμύρνη, για την αγωνία της όταν είχε Rechnen. Πάντα απορούσε και γελούσε με το φόβο της γιαγιάς της για την αριθμητική. Αντίθετα εκείνη, όταν γυρίζει ο πατέρας της από τη δουλειά, το πρώτο που του ζητάει να παίξουν είναι αριθμητική, αφού δεν μπορεί να της κάνει τα «αεροπλανικά» τώρα που είναι άρρωστη.
Για την ώρα όμως είναι μόνη στο δωμάτιο μες στην ησυχία του μεσημεριού. Τα πατζούρια είναι κλειστά, γιατί η ιλαρά, λέει, δεν θέλει ήλιο. Έτσι κι αλλιώς όμως θα ήταν κλειστά, αφού το παράθυρό της το χτυπάει από τις 11 το πρωί. Γι’ αυτό άλλωστε έχουν βάλει και σκούρα κουρτίνα. Μια μπλε ραφ κουρτίνα —αυτό είναι χρώμα!— που έχει αρχίσει να γκριζάρει πια από το συνεχές ηλιοκόπημα.
Στρέφει το βλέμμα της προς το κλειστό παράθυρο και παρατηρεί τις κινήσεις της κουρτίνας στο ελαφρό αεράκι που έρχεται από το διάδρομο. Μια φουσκώνει και φτάνει μέχρι την άκρη του κρεβατιού και μια τραβιέται και κολλάει πάνω στα πατζούρια. Φαντάζεται ένα γίγαντα να ξεφυσάει έξω από το παράθυρό της. Πρέπει να είναι γίγαντας, για να φτάνει το κεφάλι του μέχρι το τέταρτο πάτωμα που μένουν. Γιατί ξεφυσάει ο κακομοίρης; Είναι λαχανιασμένος; Γιατί έτρεχε; Λες να τον κυνηγούσαν οι λύκοι; Μα, με μια κλωτσιά μπορούσε να τους στείλει από κει που ’ρθαν. Δεν είναι; Μπορεί βέβαια να μην έτρεχε και απλώς να ζεσταίνεται. Κλείνει τα μάτια και τον βλέπει καλυμμένο από κόκκινα σπυράκια της ιλαράς, σαν τα δικά της, αλλά σε μέγεθος τεράστιο για να του ταιριάζουν. Χαμογελάει πονηρά.
Το μυαλό της φεύγει από το γίγαντα και παρακολουθεί τα σχήματα που παίρνουν οι σκιές της κουρτίνας, καθώς αυτή κολλάει και ξεκολλάει πάνω στα πατζούρια. Να μια καμήλα! Δεν είναι όμως από δω. Αυτή έχει δυο καμπούρες! Απέναντί της γλάροι τινάζονται ξαφνιασμένοι ψηλά κι ένα δελφίνι της χαμογελάει. Μια μαϊμού σκαρφαλώνει τη μαύρη σκάλα που σχηματίζουν οι γρίλιες. Της βγάζει τη γλώσσα κι εκείνη την αποχαιρετά κουνώντας κοροϊδευτικά τ’ αφτιά της. Περιμένει για λίγο να εμφανιστεί και κανένα λιοντάρι, αλλά δεν της γίνεται το χατίρι. Προσπαθεί ν’ ανακαλύψει μέσα στις σκιές κάτι που να τη φοβίσει. Θέλει να φτιάξει μια τρομαχτική ιστορία για να τη διηγηθεί στη γιαγιά της ή, καλύτερα, στη μητέρα της. Της αρέσει να βλέπει τα μάτια της να μεγαλώνουν σα γαλάζιες λίμνες. Οι σκιές όμως δεν βοηθάνε και δυσκολεύεται. Επιμένει όμως με τα μάτια καρφωμένα στην κουρτίνα.
Και η κουρτίνα, κυματίζοντας άλλοτε απαλά κι άλλοτε επιθετικά, συνεχίζει να παίζει με τη φαντασία της μέχρι να ξυπνήσει η υπόλοιπη οικογένεια…

14 σχόλια:

  1. Αναμνήσεις με αγαπημένα πρόσωπα της μικρής Υπατίας σε στιγμές πυρετού και παιδικών ταξιδιών...ντυμένα με την μουσική του Μάνου!

    Τι γλυκειά νοσταλγία για τα χρόνια που έφυγαν ανεπιστρεπτί...ήταν αυτή που μου χάρισες καλη μας Υπατία!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κάρυ μου,
    Λένε ότι, όταν κάποιος μιλάει συνεχώς για το παρελθόν, έχει αρχίσει πια να γερνάει! Σίγουρα ισχὐει αυτό. Επιπλέον όμως δυσκολεύομαι γενικώς να βρω στο τώρα μας κάτι πιο εύθυμο να σχολιάσω. Ωστόσο επιμένω και, δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα το γραπώσω :)
    ΥΓ: Φαντάζομαι ότι αρκετοί νεότεροι θα έχουν αρκετές "άγνωστες" λέξεις σ' αυτό το κείμενο! Εννοώ τα παιχνίδια: μαντίλι, γερμανικό...
    Σε φιλώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. H πιό όμορφη περιγραφή μιας παιδικής αρρώστιας. Όλοι έχουμε τέτοιες αναμνήσεις, που τώρα πια είναι ευχάριστες.
    Ο κοκκύτης είναι ίδιο με την ιλαρά?
    Γιατί μια παρόμοια ιστορία θυμάμαι από τα παιδικάτα μου εκεί, στο σκοτεινό καμαράκι -μικρό δωμάτιο-
    :-)

    Φιλιά θαλασσένια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ε! Και οι δυό μας αρχαίες Υπατία μου!
    Τι θα μιλούμε?
    Για τα κλέη μας, βεβαίως! χαχαχαχχαχααχχχαχαχαχχαχααχχαχαχα!


    @Θαλασσένια,μου επιτρέπεις φαντάζομαι Υπατία μου, ο κοκκύτης είναι βέβαια παιδική ασθένεια, αλλά όχι δεν είναι το ίδιο με την ιλαρά!
    Η Ιλαρά στα συμπτώματά της παρουσιάζει εξανθήματα σ'όλο το κορμί με υψηλό πυρετό ενώ με τον κοκκύτη έχεις ακατάπαυστο(πολλές φορές) βήχα,συνδυασμένο πολλές φορές με πυρετό!
    Είναι και οι δύο ασθένειες μεταδοτικές.
    Εξ'ου και η απομόνωση, την οποία θυμάσαι...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Θαλασσένια μου,
    Το παιχνίδι με τις σκιές της κουρτίνας όντως τότε, στη διάρκεια της ιλαράς μου, το ανακάλυψα. Και να σου πω... εντελώς μεταξύ μας... ακόμη το παίζω καμιά φορά ;)
    Στην ερώτησή σου πρόλαβε και απάντησε η σοφή Καρυάτις. Στη διάρκεια του κοκκύτη, δεν έπαιζα τέτοιο παιχνίδι. Είχε γεννηθεί πια ο αδελφός μου και... βήχαμε primo-secondo :))
    Φιλιά αλεξανδρινά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Κάρυ μου,
    Από κλέη πια... άλλο τίποτε! Μιλάμε για πολύ ένδοξο παρελθόν! Χα χα χα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Κορίτσια,
    Ο κοκκύτης τώρα πια απλοποιήθηκε κι έγινε κοκίτης!!!
    Έτσι χάνεται η ενδιαφέρουσα πορεία αυτής της λέξης: κοκκύτης < αρχ. κüκκυ (= κούκου) !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Αχ αυτή η κουβεντούλα πόσο μου αρέσει!!!
    Αυτές οι απλοποιήσεις νομίζω έχουν κάνει ζημιά.
    Εμείς της κάποιας ηλικίας, γκουχ γκουχ, που μάθαμε να γράφουμε κυρίως στην καθαρεύουσα, τώρα χάνουμε τα αυγά και τα καλάθια.
    Το τρελό είναι όταν το λεξικό βγάζει και τις δύο λέξεις σωστές.
    Για να δεις πόσα κοινά...
    με την αδερφούλα μου παρέα έβηχα κι εγώ.

    Καρυάτιδα, σε ευχαριστώ.
    Να δούμε πότε θα έρθω στην @υλή σου.

    Φιλιά κορίτσια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. "Το μάντηλάκι πέρασε κι η κόρη το γυρεύει. Πού θα το βρει;..."
    Άλλη μια μεγάλη γυναίκα στη μπλογκόσφαιρα:))
    Όταν έμαθα στη κόρη μου και τις φίλες της "το μαντήλι" η μικρή Μπέκαμ με ρώτησε: Καλά ρε μαμά πόσο μεγάλη είσαι;;;
    Αναρωτιέμαι, πόσο μεγάλη με βλέπει;

    Τα τελευταία χρόνια και γω όλο και πιο συχνά θυμάμαι τα παλιά, τα πολύ παλιά. Τραγούδια, παιχνίδια, εικόνες, πριν 35-36 χρόνια και απορώ με μένα.
    Ναι, Υπατία μου,μπορώ να στο βεβαιώσω...μεγαλώνουμε:)
    πολλά φιλιά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Θαλασσένια μου,
    Αυτές οι λεγόμενες απλοποιήσεις απογυμνώνουν τη γλώσσα μας από την ιστορία της. Δεν υποστηρίζω με κανένα τρόπο την επιστροφή στην καθαρεύουσα, που έτσι κι αλλιώς ήταν μια γλώσσα "φτιαγμένη στο εργαστήρι" κάποιων αρχαιόπληκτων διανοουμένων. Αλλά, όπως και να το κάνουμε, η ορθογραφία της ελληνικής είναι ιστορική ορθογραφία. Πάνω στο σώμα της γλώσσας είναι γραμμένη η ιστορία μας, λέξη τη λέξη!
    Για κοίτα τώρα από πού ξεκίνησε η κουβεντούλα και πού κατέληξε!
    Καληνυχτούδια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Λένα μου,
    Από τα εισαγωγικά καταλαβαίνω ότι μιλάς για κάποιο άλλο παιχνίδι με το μαντίλι. Εμείς παίζαμε χωρισμένοι σε δύο ομάδες παραταγμένες η μία απέναντι στην άλλη και με κρυφή αρίθμηση του κάθε μέλους της ομάδας. Ένα ουδέτερο πρόσωπο κρατούσε στη μέση της απόστασης μεταξύ τους ένα μαντίλι και φώναζε έναν τυχαίο αριθμό. Το αντίστοιχο παιδί έπρεπε να προλάβει να πάρει το μαντίλι και να το φέρει στην ομάδα του πριν προλάβει το αντἰπαλο παιδί να το ακουμπήσει!
    Όσο για το πώς μας βλέπουν τα παιδιά... μα ασφαλώς οι γονείς και οι δάσκαλοί τους είναι γέροι ανεξαρτήτως ηλικίας! Κάποτε, νεοδιόριστη στα 25 μου, συνόδευα μια σχολική εκδρομή που κατέληξε σ' ένα club. Χορεύοντας στην πίστα ροκ, δέχτηκα την εξής καταπληκτική ερώτηση από έναν αμήχανο μαθητή: "Εσείς, κυρία, τι χορεύατε στην εποχή σας;" :))
    Είπα να του απαντήσω "καλαματιανό", αλλά τον λυπήθηκα τον κακομοίρη!
    Φιλάκια κι από μένα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Τί έγινε βρε κορίτσια;
    Είπαμε μεγαλώνουμε δηλαδή ωριμάζουμε, άρα γινόμαστε καλύτερες;-))
    Κι εγώ έκανα την ίδια σκέψη περί τροπής της κουβέντας και ξέχασα να το γράψω λόγω ηλικίας, χαχαχαχα.

    Καληνυχτούδια και εκεί.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Χαχαχαχα, να είσαι καλά.

    Αυτό το μαντήλι ξέρω κι εγώ αλλά και εκείνο με τον κύκλο που μόλις διαπίστωσα ότι δεν θυμάμαι πώς ακριβώς παιζόταν.
    "Ου γαρ έρχεται μόνο"

    φιλιά
    Πάω σε άλλη γειτονιά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Θαλασσένια μου,
    Όσο για το ότι γινόμαστε καλύτερες, δεν το συζητώ. Και πιο μετριόφρονες, βεβαίως, βεβαίως! ;)
    Τώρα που το λες, κι εγώ ήξερα αυτό το κυκλικό παιχνίδι με το μαντίλι. Απλώς δεν το προτιμούσαμε, γιατί δεν είχε την ένταση του προηγούμενου.
    Ασφαλώς και δεν έρχεται μόνο... Ποιο, καλέ; Αχ να δεις τώρα δα μου το είπανε και το ξέχασα! Πώς το λέγανε να δεις... Να, τώρα αμέσως θα το θυμηθώ :)
    Καλή βόλτα σου εύχομαι

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...