Η ζωή δεν μετριέται από τον αριθμό των αναπνοών μας, αλλά από τις στιγμές που μας έκοψαν την ανάσα (George Carlin)


Αγαπώ τη Θάλασσα

Αγαπώ τη Θάλασσα.
Γιατί ξεκινάει με το θήτα των θέλω μου. Γιατί είναι ανοιχτή σαν τα άλφα που την απλώνουν. Γιατί το λάμδα της καμπυλώνει τη γλώσσα μου σε κύμα που σπάει μαλακά στο φράγμα των δοντιών μου. Γιατί τα σίγμα της μου χαϊδεύουν τ’ αφτιά σαν το φλοίσβο της σ’ έρημη παραλία.

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010

Μην ασθενείτε ασυνόδευτοι

Ένας ηλικιωμένος χρειάστηκε να κάνει μια σοβαρή εξέταση, μια αγγειογραφία. Το Αρεταίειο, Πανεπιστημιακό νοσοκομείο, τον ενημέρωσε εγγράφως σε ποια κατάσταση (νηστικός κ.λπ.) και με ποια ιατρικά έγγραφα (άλλες σχετικές με το νόσημά του εξετάσεις κ.λπ.) έπρεπε να εμφανιστεί στο ραντεβού και, τέλος, ότι ήταν απαραίτητη η παρουσία συνοδού, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις.
Το μυστήριο λύθηκε την ημέρα της προγραμματισμένης εξέτασης. Ο συνοδός κατά τη διάρκεια της διαδικασίας θα μετέφερε το ιατρικό σημείωμα από το συγκεκριμένο τμήμα στη γραμματεία του νοσοκομείου, ώστε να εκδοθεί το απαραίτητο «εισιτήριο» έγγραφο, που έπρεπε στη συνέχεια να το παραδώσει πάλι στο τμήμα που θα διενεργούσε την εξέταση. Μετά την ολοκλήρωσή της, όταν ο ασθενής ήταν ακινητοποιημένος στο φορείο, ο συνοδός έπρεπε να συγκεντρώσει τα ρούχα που είχε βγάλει στο εξεταστήριο και να περιμένει μαζί του στο διάδρομο το νοσηλευτή για τη μεταφορά στο θάλαμο. Η αναμονή δεν διήρκεσε πολύ, μόλις 10-15 λεπτά, αλλά ο γυμνός, καλυμμένος μόνο μ’ ένα σεντόνι, ασθενής κρύωνε. Κουβέρτα δεν υπήρχε, οπότε ο συνοδός τον σκέπασε με το μπουφάν του.
Στο θάλαμο, όπου ο ασθενής έπρεπε να παραμείνει για 24 ώρες ακίνητος, έγινε περισσότερο κατανοητό το γιατί ήταν αναγκαία η παρουσία συνοδού. Τα 4 τετράκλινα και 2 μονόκλινα δωμάτια του θαλάμου είχαν στη φροντίδα τους μία προϊσταμένη και δύο νοσηλεύτριες —για το βράδυ προβλεπόταν ένα μόνο άτομο. Εφόσον ο ασθενής δεν επιτρεπόταν να κινηθεί, αλλά ταυτόχρονα ήταν επιτακτικό να ουρεί συχνά, το κενό στη δυνατότητα παροχής φροντίδας ήταν ολοφάνερο. Έτσι κι αλλιώς πάντως, χρειάστηκε ο ίδιος ο συνοδός, μία ώρα μετά την άφιξη στο δωμάτιο, να ζητήσει να ενημερωθεί για το πού θα έβρισκε το ειδικό σκεύος και από πού μπορεί να εξασφαλίσει το απαραίτητο νερό (να το αγοράσει δηλαδή από το κυλικείο —που βρισκόταν βέβαια σε άλλο κτήριο—, γιατί ούτε ποτήρι πλαστικό δεν διέθετε το νοσοκομείο). Η τραπεζοκόμος παρέδωσε και τον μεσημεριανό και τον βραδινό δίσκο στα χέρια του συνοδού, ούτε καν στο ειδικό κομοδίνο, και βέβαια το κουταλάκι για το γιαούρτι κρίθηκε και τις δύο φορές περιττό!
Όλα όσα περιέγραψα δεν έχουν με κανέναν τρόπο στόχο το νοσηλευτικό προσωπικό, που η συμπεριφορά του ήταν άλλωστε απόλυτα ικανοποιητική και από την επαγγελματική και από την ανθρώπινη άποψη, οποτεδήποτε ο συνοδός απευθύνθηκε σ’ αυτό.
Τα ερωτήματα που δημιουργούνται είναι τα εξής: Τι θα έκανε ένας ασθενής, αν ο συνοδός του δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στα καθήκοντα που περιγράφηκαν, δεδομένου ότι δεν είχε υπάρξει προηγούμενη ενημέρωση; Πώς αντιμετωπίζει το δημόσιο σύστημα υγείας της χώρας μας εκείνους τους πολίτες που η μοίρα το ’φερε να μην μπορούν να εξασφαλίσουν συνοδό; Πόση οικονομία κάνει ο δημόσιος κορβανάς από τέτοιες περιστάσεις, όταν ο συνοδός — συγγενής συνήθως, σε παραγωγική ηλικία— πρέπει να χάσει ένα με δύο μεροκάματα για να προσφέρει τις φροντίδες ενός μη ειδικού στις ειδικές ανάγκες του πάσχοντα; Τι θα έκανε ένας συνάνθρωπός μας μόνος σε μια ανάλογη περίπτωση, αν δεν είχε αρκετούς οικονομικούς πόρους; Και βέβαια, αν τους διέθετε, τότε γιατί να μην απευθυνθεί στον ιδιωτικό τομέα; Μιλάμε για κοινωνικό πρόσωπο του κράτους; Μιλάμε για οργάνωση; Μιλάμε για ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα;
Ας μη μιλάμε πια…
Ας φωνάξουμε επιτέλους!
ΥΓ: Στη γενικότερη συμπεριφορά των γιατρών προς τους ασθενείς στην Ελλάδα θα πρέπει να αφιερωθεί ξεχωριστό σημείωμα.

2 σχόλια:

  1. Άλλοτε σκεφτόμουν κι έλεγα πως το ελληνικό κράτος ήταν κοινωνικά ανάλγητο. Δυστυχώς είναι κάτι χειρότερο, τουλάχιστον για τα δεδομένα του αιώνα που διανύουμε:κοινωνικά απρόσωπο.

    Ο εθνικός πλούτος, δηλαδή ο πλούτος που παράγεται από τους εργαζόμενους Έλληνες, διασπαθίζεται ανενδοίαστα κι ανερυθρίαστα από αετονύχηδες, πλουτίζουν οι τραπεζίτες την ίδια στιγμή που τα νοσοκομεία και τα σχολειά υστερούν σε βασικές υποδομές και προσωπικό.

    Οπότε για ποιο κοινωνικό κράτος να μιλήσουμε; Ούτε να ψελλίσουμε δε δικαιούμαστε πλέον. Και πώς να φωνάξει ο Έλληνας που του έγινε ο ραγιαδισμός δεύτερη φύση; Και που μοναδική "μαγκιά" τού έμεινε το να απαντήσει στη μεγάλη ληστεία που του γίνεται με μικροκλοπές και λαδώματα; Αλλά ας κάνουμε λιγάκι υπομονή (που λέει και το τραγούδι). Τώρα που θα μαζεύουμε επιμελώς και αδιαλείπτως αποδείξεις, όλα θα φτιάξουν. :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...