Όταν τελειώνουν πια οι διαδικασίες της εισόδου στον κύριο χώρο του μουσείου, μηχανικά κάνω δυο τρία πλάγια βήματα για να μην δυσκολέψω την πρόσβαση στους επισκέπτες που ακολουθούν. Στέκομαι μερικά δευτερόλεπτα για να εγκλιματιστώ. Μόνο τόσα χρειάστηκαν για να με υποδεχθεί μαλακά ο χώρος.
Ο περισσότερος κόσμος στρέφεται αμέσως προς τις πλευρικές προθήκες όπου πλήθος αγγείων και άλλων χρηστικών αντικειμένων παρατάσσει την τεχνική, την τέχνη και την ποικιλία τους. Το γεγονός αυτό μου δίνει την ευκαιρία να υψώσω το βλέμμα μου. Ο πρώτος αυτός χώρος είναι ανηφορικός με μαλακά σκαλοπάτια και όντως δίνει την αίσθηση της κλιτύος, της ανάβασης προς το βράχο της Ακρόπολης. Οι δύο Νίκες υπομειδιούσες αλλά σοβαρές προσφέρουν το πρώτο γλυπτό καλωσόρισμα. Οι ανάγλυφες παραστάσεις από ιδιωτικές κατοικίες τραβούν την προσοχή μου με την τέχνη τους. Τα εντοιχισμένα γλυπτά που αναπαριστούν μέλη του σώματος ως αναθήματα σε ιερά, που βρίσκονταν στις πλαγιές του βράχου, αναδεικνύουν γι’ άλλη μια φορά το αλισβερίσι που ανοίγει ο αναγκεμένος άνθρωπος με τους εκάστοτε θεούς και αγίους του δρασκελώντας τους αιώνες ανάμεσα στους προσκυνητές της Τήνου και αυτούς του Ασκληπιού.
Φτάνω στην κορφή της ανηφόρας και ρίχνω μια κλεφτή ματιά πίσω μου. Απέναντί μου μεγαλόπρεπες, σεμνές, ευκίνητες μέσα στην ακινησία τους, προ πάντων όμως ωραίες οι αιώνιες Κόρες. Όταν κάνω το γύρο στο επόμενο επίπεδο και τις πλησιάζω, θαυμάζω το συνδυασμό της γυναικείας αυταρέσκειας με την κοριτσίστικη άνεση στο περίτεχνο χτένισμα και τις ανάλαφρες πτυχές της ενδυμασίας τους. Οι πέντε Καρυάτιδες με λυγισμένο το ένα γόνατο μοιάζουν να το ανεβοκατεβάζουν σε ανυπόμονο ρυθμό περιμένοντας την έκτη αδελφή τους να γυρίσει επιτέλους από το ταξίδι της. Θα έχουν πολλά να εκμυστηρευτούν η μια στην άλλη.
Ο χώρος των αρχαϊκών ευρημάτων με εκπλήσσει ευχάριστα. Βρίσκομαι ξαφνικά να κινούμαι ανάμεσα σε γλυπτά, που όλα έχουν ξανακερδίσει την τρίτη τους διάσταση. Πρώτη φορά μπορώ να τριγυρίσω γύρω από ένα άγαλμα και να το απολαύσω από όλες τις πλευρές του και από πολλές οπτικές γωνίες και αποστάσεις. Το εκπληκτικότερο είναι ότι από τη μια έχω την εντύπωση πως, όπως κινούνται οι επισκέπτες προς διάφορες κατευθύνσεις και με διαφορετικές ταχύτητες, το ίδιο κινούνται και τα αγάλματα έτσι διεσπαρμένα καθώς είναι μέσα στο χώρο. Έτσι κι αλλιώς τα περισσότερα, με ένα χαμόγελο που όλο και μεγαλώνει μαζί με την αυτοπεποίθησή τους, έχουν σπρώξει ήδη το ένα τους πόδι, άλλο λίγο κι άλλο πολύ, για να ξεκολλήσουν πια από τη στάση προσοχής και να κάνουν τα πρώτα τους βήματα. Ταυτόχρονα, από την άλλη, έχω την ευκαιρία να βιώσω με τη φαντασία μου την αίσθηση που είχαν γι’ αυτά οι άνθρωποι την εποχή που δημιουργήθηκαν, αφού αυτά ήταν λειτουργικά ενταγμένα μέσα στην καθημερινότητά τους, στους δρόμους, στις αυλές, στους περιβόλους των ναών τους.
Ξαφνικά αντιλαμβάνομαι ότι το βλέμμα μου αλλοιώνει το πραγματικό θέαμα. Έχει αποδυθεί ανεπίγνωστα σε μια διαδικασία προσθετικής μελών. Τα μάτια μου αρνούνται την αναπηρία κάποιων γλυπτών και, σαν να τα ευλόγησε ο ίδιος ο Ασκληπιός, την αναιρούν αναπτύσσοντας, όπου λείπουν, χέρια, πόδια, μηρούς, χαρακτηριστικά του προσώπου, πανωκόρμια ολόκληρα. Ανταποδίδω ευγενικά το αρχαϊκό μειδίαμα και αρχίζω διακριτικά ν’ απομακρύνομαι, πριν η παραισθητική μου διάθεση στήσει πια και κανονικό μαρμάρινο χορό.
Ολοκληρώνω τη βόλτα στον έκτο π.Χ. αιώνα περνώντας μπροστά από τα λίγα απομεινάρια του Εκατόμπεδου και του αρχαίου ναού. Τα βαριά τους μεγέθη μου υπενθυμίζουν τις διαμαρτυρίες της μέσης μου που απαιτεί πλέον έναν ελάχιστο, έστω, σεβασμό. Κάθομαι λοιπόν για να ξαποστάσω λίγο, να βάλω κάπως σε τάξη τις σκέψεις μου, αλλά και να δώσω την ευκαιρία στην πληθώρα και την ένταση των εντυπώσεων να καταλαγιάσουν και ν’ αφήσουν το καταστάλαγμά τους.
Ο περισσότερος κόσμος στρέφεται αμέσως προς τις πλευρικές προθήκες όπου πλήθος αγγείων και άλλων χρηστικών αντικειμένων παρατάσσει την τεχνική, την τέχνη και την ποικιλία τους. Το γεγονός αυτό μου δίνει την ευκαιρία να υψώσω το βλέμμα μου. Ο πρώτος αυτός χώρος είναι ανηφορικός με μαλακά σκαλοπάτια και όντως δίνει την αίσθηση της κλιτύος, της ανάβασης προς το βράχο της Ακρόπολης. Οι δύο Νίκες υπομειδιούσες αλλά σοβαρές προσφέρουν το πρώτο γλυπτό καλωσόρισμα. Οι ανάγλυφες παραστάσεις από ιδιωτικές κατοικίες τραβούν την προσοχή μου με την τέχνη τους. Τα εντοιχισμένα γλυπτά που αναπαριστούν μέλη του σώματος ως αναθήματα σε ιερά, που βρίσκονταν στις πλαγιές του βράχου, αναδεικνύουν γι’ άλλη μια φορά το αλισβερίσι που ανοίγει ο αναγκεμένος άνθρωπος με τους εκάστοτε θεούς και αγίους του δρασκελώντας τους αιώνες ανάμεσα στους προσκυνητές της Τήνου και αυτούς του Ασκληπιού.
Φτάνω στην κορφή της ανηφόρας και ρίχνω μια κλεφτή ματιά πίσω μου. Απέναντί μου μεγαλόπρεπες, σεμνές, ευκίνητες μέσα στην ακινησία τους, προ πάντων όμως ωραίες οι αιώνιες Κόρες. Όταν κάνω το γύρο στο επόμενο επίπεδο και τις πλησιάζω, θαυμάζω το συνδυασμό της γυναικείας αυταρέσκειας με την κοριτσίστικη άνεση στο περίτεχνο χτένισμα και τις ανάλαφρες πτυχές της ενδυμασίας τους. Οι πέντε Καρυάτιδες με λυγισμένο το ένα γόνατο μοιάζουν να το ανεβοκατεβάζουν σε ανυπόμονο ρυθμό περιμένοντας την έκτη αδελφή τους να γυρίσει επιτέλους από το ταξίδι της. Θα έχουν πολλά να εκμυστηρευτούν η μια στην άλλη.
Ο χώρος των αρχαϊκών ευρημάτων με εκπλήσσει ευχάριστα. Βρίσκομαι ξαφνικά να κινούμαι ανάμεσα σε γλυπτά, που όλα έχουν ξανακερδίσει την τρίτη τους διάσταση. Πρώτη φορά μπορώ να τριγυρίσω γύρω από ένα άγαλμα και να το απολαύσω από όλες τις πλευρές του και από πολλές οπτικές γωνίες και αποστάσεις. Το εκπληκτικότερο είναι ότι από τη μια έχω την εντύπωση πως, όπως κινούνται οι επισκέπτες προς διάφορες κατευθύνσεις και με διαφορετικές ταχύτητες, το ίδιο κινούνται και τα αγάλματα έτσι διεσπαρμένα καθώς είναι μέσα στο χώρο. Έτσι κι αλλιώς τα περισσότερα, με ένα χαμόγελο που όλο και μεγαλώνει μαζί με την αυτοπεποίθησή τους, έχουν σπρώξει ήδη το ένα τους πόδι, άλλο λίγο κι άλλο πολύ, για να ξεκολλήσουν πια από τη στάση προσοχής και να κάνουν τα πρώτα τους βήματα. Ταυτόχρονα, από την άλλη, έχω την ευκαιρία να βιώσω με τη φαντασία μου την αίσθηση που είχαν γι’ αυτά οι άνθρωποι την εποχή που δημιουργήθηκαν, αφού αυτά ήταν λειτουργικά ενταγμένα μέσα στην καθημερινότητά τους, στους δρόμους, στις αυλές, στους περιβόλους των ναών τους.
Ξαφνικά αντιλαμβάνομαι ότι το βλέμμα μου αλλοιώνει το πραγματικό θέαμα. Έχει αποδυθεί ανεπίγνωστα σε μια διαδικασία προσθετικής μελών. Τα μάτια μου αρνούνται την αναπηρία κάποιων γλυπτών και, σαν να τα ευλόγησε ο ίδιος ο Ασκληπιός, την αναιρούν αναπτύσσοντας, όπου λείπουν, χέρια, πόδια, μηρούς, χαρακτηριστικά του προσώπου, πανωκόρμια ολόκληρα. Ανταποδίδω ευγενικά το αρχαϊκό μειδίαμα και αρχίζω διακριτικά ν’ απομακρύνομαι, πριν η παραισθητική μου διάθεση στήσει πια και κανονικό μαρμάρινο χορό.
Ολοκληρώνω τη βόλτα στον έκτο π.Χ. αιώνα περνώντας μπροστά από τα λίγα απομεινάρια του Εκατόμπεδου και του αρχαίου ναού. Τα βαριά τους μεγέθη μου υπενθυμίζουν τις διαμαρτυρίες της μέσης μου που απαιτεί πλέον έναν ελάχιστο, έστω, σεβασμό. Κάθομαι λοιπόν για να ξαποστάσω λίγο, να βάλω κάπως σε τάξη τις σκέψεις μου, αλλά και να δώσω την ευκαιρία στην πληθώρα και την ένταση των εντυπώσεων να καταλαγιάσουν και ν’ αφήσουν το καταστάλαγμά τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου