Η ζωή δεν μετριέται από τον αριθμό των αναπνοών μας, αλλά από τις στιγμές που μας έκοψαν την ανάσα (George Carlin)


Αγαπώ τη Θάλασσα

Αγαπώ τη Θάλασσα.
Γιατί ξεκινάει με το θήτα των θέλω μου. Γιατί είναι ανοιχτή σαν τα άλφα που την απλώνουν. Γιατί το λάμδα της καμπυλώνει τη γλώσσα μου σε κύμα που σπάει μαλακά στο φράγμα των δοντιών μου. Γιατί τα σίγμα της μου χαϊδεύουν τ’ αφτιά σαν το φλοίσβο της σ’ έρημη παραλία.

Κυριακή 30 Αυγούστου 2009

Πρώτη φορά στο νέο μουσείο της Ακρόπολης (3)

Μένω αρκετά λεπτά καθισμένη μετά το γύρο στην αρχαϊκή εποχή. Όχι μόνο για ν’ ανακτήσω κάποιες σωματικές δυνάμεις, αλλά και για να δώσω στον εαυτό μου την ευκαιρία να προετοιμαστεί και ψυχικά για την επίσκεψη στο χώρο του Παρθενώνα. Ούτως ή άλλως, έχω τη συνήθεια να χρονοτριβώ πάντα λίγο πριν από κάτι που με λαχτάρα περιμένω. Σαν να θέλω με την αναμονή να παρατείνω την ευχαρίστηση της προσδοκίας, αλλά και να ελέγξω το φόβο μπροστά στην πιθανότητα της απογοήτευσης. Τελικά σηκώνομαι και συνεχίζω την ανάβαση.
Στο επόμενο επίπεδο ρίχνω μόνο μια σύντομη κλεφτή ματιά στα δύο αετώματα του Παρθενώνα, που υπάρχουν σε μικρές αναπαραστάσεις δεξιά και αριστερά στο χώρο. Δύο ομάδες ξένων επισκεπτών τα έχουν πλησιάσει και αργοσαλεύουν μισοακούγοντας τους ξεναγούς τους. Με εκνευρίζουν, γιατί επιβάλλουν την προτεραιότητά τους με την αριθμητική τους υπεροχή. Εξάλλου οι ξενόγλωσσες πληροφορίες ηχούν παράταιρες και μου προκαλούν σύγχυση. Δεν πειράζει, θα τα δω καλύτερα στην επιστροφή.
Στο βάθος μια εγκατάσταση για προβολή ενημερωτικής ταινίας οριοθετείται μέσα στο χώρο από τις πλάτες των πολλών ορθίων που σχηματίζουν κλοιό γύρω από τα γεμάτα καθίσματα. Προσπερνώ και προχωρώ.
Επιτέλους βρίσκομαι στην αίθουσα του Παρθενώνα. Ο ναός έχει χαμηλώσει μπροστά μου σαν τον ενήλικο που γονατίζει μπροστά σ’ ένα παιδί για να βρεθεί στο ύψος των ματιών του, γιατί δεν θέλει να του δώσει την εντύπωση ότι του επιβάλλεται κοιτάζοντάς το αφ’ υψηλού. Για πρώτη φορά ένα κλασικό κτήριο με κάνει να νιώσω βαθιά μέσα μου πόσο πυρηνική είναι η έννοια του ανθρώπινου μέτρου για το σύνολο των πολιτισμικών εκφάνσεων αυτής της περιόδου. Το είχα συχνά πυκνά βιώσει στα έργα άλλων επιμέρους τεχνών, στα αγγεία, στα δραματικά έργα, στα αγάλματα. Δεν το είχα όμως αισθανθεί μπροστά σε κανένα κτήριο.
Η σύνθεση αλλά και η σύγκρουση αντιθέτων μέσα από το Λόγο, με τη διττή του σημασία, που αναδύεται σχεδόν αυτονόητη στη σφαίρα της λογοτεχνίας της κλασικής εποχής, πραγματώνεται εδώ πολλαπλά. Η δωρική αυστηρότητα του ρυθμού με τη χάρη και την κομψότητα της ιωνικής τέχνης. Η ίδια η θεματολογία του γλυπτού διάκοσμου: άνθρωποι που λατρεύουν θεούς και θεοί που υπηρετούν ανθρώπους, θεοί που διεκδικούν και άνθρωποι που προσφέρουν, πολεμικές συγκρούσεις όπου οι νικητές αντλούν δόξα από την αρετή των αντιπάλων και όπου οι ηττημένοι βγαίνουν νικητές στη συνείδησή μου (Κενταυρομαχία, Αμαζονομαχία, Γιγαντομαχία, Τρωικός πόλεμος).
Ολοκληρώνω λαίμαργα και με μιας το γύρο των γλυπτών του Παρθενώνα και είναι σαν να περπατάω πάνω σ’ έναν αόρατο διάδρομο εκεί ψηλά, στο ύψος που βρίσκονταν στην πραγματικότητα αυτές οι παραστάσεις. Στη συνέχεια κάθομαι και τις αφήνω να γεμίσουν το βλέμμα μου. Σε πρώτο πλάνο οι μετόπες μού θυμίζουν σλάιντ από πολεμικές συρράξεις που προβάλλονται με σταθερό ρυθμό, ενώ σε δεύτερο πλάνο η πομπή των Παναθηναίων στη ζωφόρο μοιάζει να κινείται σαν κινηματογραφικό φιλμ με φθαρμένα αρκετά καρέ του. Ομολογώ το προνόμιο που μου προσφέρει η εποχή μου να πλησιάσω τόσο κοντά αυτά τα αριστουργήματα.
Αφουγκράζομαι τα κενά και με κυριεύει η θλίψη όχι μόνο της απουσίας αλλά και, κυρίως, της οριστικής απώλειας. Δεν είναι αυτά σημάδια της φθοράς που φέρνει ο χρόνος. Είναι ακρωτηριασμός. Τελεία και παύλα.
Ανασηκώνομαι και στρέφω επιτέλους το πρόσωπό μου προς τα έξω. Απέναντί μου πάνω στο βράχο ο πολυτραυματίας ναός υψώνει τους κίονές στον αττικό ήλιο. Είχα πάρα πολλά χρόνια να σκεφτώ αυτό το ιδιάζον αττικό φως. Η μέρα όμως μου έκανε κι αυτό το χατίρι. Ο Αύγουστος είχε διώξει από την Αθήνα τα στίφη των αυτοκινήτων και τα μελτέμια είχαν καθαρίσει την ατμόσφαιρα. Η εικόνα με παρηγόρησε στη μητρική μου γλώσσα, με ζέστανε σα φυλαχτό, με ανακούφισε σαν πυξίδα.
Θα ξαναπάω, γιατί είναι πολλές οι κουβέντες που άφησα στη μέση…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...